9 Οκτωβρίου, 2012

εκτύπωση Κατηγορίες: δε βαριέσαι, φοροδιαφυγή | rss 2.0 | trackback | 1 σχόλιο
17 Σεπτεμβρίου, 2012

Το διαδίκτυο είναι ένα καταπληκτικό μέσο! Είναι το σημαντικότερο τεχνολογικό επίτευγμα του 20ου αιώνα. Αυτό που έχει επιδράσει στις ζωές των ανθρώπων, από μόνο του, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Είναι καλό, δόξα τω θεώ που έχουμε το διαδίκτυο. Αλλά μπορεί να γίνει καλύτερο. Να μερικοί τρόποι για ένα καλύτερο διαδίκτυο από το – δημοφιλές στους κύκλους των επαγγελματιών του διαδικτύου – blog “Smashing Magazine”, που μπορείς να τους εφαρμόσεις κι εσύ (σε δική μου απόδοση):

1. Μη μοιράζεσαι κάτι αν δεν αξίζει να μοιραστεί.

2. Να διαδίδεις αυτά που αξίζουν να διαδοθούν.

3. Το ποιοτικό περιεχόμενο κάνει καλό στο πνεύμα, όπως το κακό φαγητό κάνει κακό στην υγεία.

Ορίστε, μόλις εφάρμοσα και τους τρεις!

ΥΓ: Κι αν δε βαριέσαι, διάβασε για το “αργό διαδίκτυο” (slow web, σε αντιδιαστολή με το γρήγορο φαγητό, το fast-food).

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, δε βαριέσαι, διαδίκτυο | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
10 Σεπτεμβρίου, 2012

Έχω μια μικρή εμμονή με τη φοροδιαφυγή1. Τα προβλήματα της χώρας μας είναι πολλά και πιθανώς είναι ουτοπικό να ελπίζει κανείς ότι η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής είναι εφικτή όταν όλα τα άλλα εξακολουθούν να ισχύουν (χαμηλή παραγωγικότητα, πελατειακό κράτος, τεράστιο και γραφειοκρατικό δημόσιο, αυθαιρεσία παντού, ωχαδερφισμός κλπ κλπ κλπ). Όμως, η φοροδιαφυγή είναι ένα πρόβλημα τόσο μεγάλο, τόσο γιγαντιαίο, τόσο τεράστιο στη χώρα μας, που από μόνο του το ξεχωρίζει, πώς να το πω, εξέχει.

Διαβάζω τώρα κι αυτό: Η παγκόσμια μη κυβερνητική οργάνωση “Global Financial Integrity2 εκτιμά σε έρευνά της ότι μεταξύ 2003 και 2011 εξέρρευσαν από την Ελλάδα 261δις ευρώ μαύρου χρήματος3 (το πρωτοδιάβασα στο ΣΚΑΙ). Πρόσεξες το νούμερο; Ξέρεις πόσο ήταν το ΑΕΠ της Ελλάδας πριν την κρίση; Της τάξεως των 350δις ευρώ! Ξέρεις πόσο είναι το χρέος της Ελλάδας αυτή τη στιγμή; Της τάξεως των 400δις ευρώ. Αυτά τα χρήματα δεν έμειναν σε ελληνικές τράπεζες και δε φορολογήθηκαν, παρά κατέληξαν σε offshore και “φορολογικούς παραδείσους”. Καταλαβαίνεις για τι μιλάμε;

Σου ακούγονται βαρετά νούμερα; Το δάνειο από ΕΕ και ΔΝΤ, που συνοδεύεται από το περιβόητο μνημόνιο είναι “μόνο” 110δις ευρώ!

  1. Δες εδώ, εδώ κι εδώ αν δε βαριέσαι πολύ.
  2. 2: “Global Financial Integrity (GFI) promotes national and multilateral policies, safeguards, and agreements aimed at curtailing the cross-border flow of illegal money” (από το website του GFI).
  3. Δες και το report για το μαύρο χρήμα σε όλο τον κόσμο μέχρι το 2007 (PDF) και το εν λόγω, ειδικά για την Ελλάδα (XLS).

ΥΓ1: Σήμερα, 18/09/2012, διαβάζουμε παρόμοια έρευνα του Οικονομικού Επιμελητηρίου, η οποία υπολογίζει το ύψος των μη δηλωμένων εισοδημάτων των ελευθέρων επαγγελματιών σε 28δις, κάτι που μεταφράζεται σε 11.2δις διαφυγόντων φόρων.

ΥΓ2: Σήμερα, 19/09/2012, στην Ημερησία ο χάρτης της φοροδιαφυγής με λεπτομέρειες και αριθμούς ανά κλάδο.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, δε βαριέσαι, πολιτικά, φοροδιαφυγή | rss 2.0 | trackback | 3 σχόλια
28 Αυγούστου, 2012

1. Ας ορίσουμε καλό άνθρωπο αυτόν που δε θα επιθυμήσει κακό για άλλον συνάνθρωπό του.

2. Αφήνουμε το καλό αξιωματικά και γενικόλογα στη γενική θεώρηση περί “καλού και κακού”.

3. Με μαγικό τρόπο ένας δαίμων μπορεί να αποφασίσει δίκαια ανά πάσα στιγμή αν ένας άνθρωπος είναι καλός ή κακός και να τον κατατάξει ανάλογα.

Ας υποθέσουμε ότι πάμε μια εκδρομή. Μαζεύονται φίλοι. Μερικοί φίλοι φωνάζουν και κάποιους φίλους τους. Πόσοι φίλοι συνολικά μπορούν να συγκεντρωθούν;

Σύμφωνα με τη θεωρία “όλοι οι καλοί χωράνε”. Επομένως, αν ο εκάστοτε πρόσθετος φίλος που καλείται είναι καλός τότε χωράει. Αν είναι κακός; Τότε θα υπάρχει πεπερασμένος αριθμός κακών που θα μπορεί να χωρέσει. Ο αριθμός αυτός οφείλει να είναι μεγαλύτερος του μηδενός γιατί, διαφορετικά, αν οι καλοί επέτρεπαν μόνο σε καλούς να συμμετάσχουν στην εκδρομή, τότε δε θα ήταν πραγματικά καλοί. Επομένως, υποχρεούνται να επιτρέψουν και σε κακούς να έρθουν μαζί. Αλλά η θεωρία λέει ότι όλοι οι καλοί χωράνε και όχι όλοι οι κακοί. Επομένως, μπορούν να έρθουν μερικοί μόνο κακοί.

Στην πορεία της εκδρομής μπορεί μερικά πράγματα να αλλάξουν. Μπορεί κάποιος καλός να εξελιχθεί σε καλό και το αντίστροφο. Υπάρχει ο δαίμων που τα ελέγχει αυτά τα πράγματα. Αν κάποιος κακός γίνει καλός τότε δεν υπάρχει πρόβλημα, διότι όλοι οι καλοί εξακολουθούν να χωράνε. Αν κάποιοι καλοί γίνουν κακοί τότε πιθανόν να υπάρξει πρόβλημα, εάν ξεπεραστεί ο μέγιστος επιτρεπτός αριθμός κακών. Αν αυτό συμβεί, τότε υποχρεωτικά κάποιοι κακοί θα πρέπει να αποχωρήσουν από την εκδρομή, γιατί είναι υπεράριθμοι. Οι καλοί όμως, όντας καλοί δε μπορούν να διώξουν συνειδητά κανέναν, ούτε κάποιον κακό.

Η μόνη λύση είναι όλοι ανεξαιρέτως, καλοί και κακοί (μιας και κάποιοι καλοί έχουν εξελιχθεί σε κακούς, για να φτάσουμε σε αυτό το σημείο) να παίρνουν έναν αριθμό προτεραιότητας, κατά την αρχική ενσωμάτωσή τους στην παρέα της εκδρομής. Σε περίπτωση όπου κριθεί αναγκαίο να διωχθούν κάποιοι κακοί, τότε αυτοί θα επιλεχθούν πρώτα από εκείνους τους κακούς που έχουν το λιγότερο σημαντικό αριθμό προτεραιότητας και, αν αυτοί έχουν διωχθεί όλοι, τότε θα επιλεχθούν από τους καλούς που έγιναν κακοί και πάλι με σειρά προτεραιότητας.

Έτσι δεν είναι;

εκτύπωση Κατηγορίες: δε βαριέσαι | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
10 Αυγούστου, 2012

Υποστηρίζω ότι πολλά από τα ολυμπιακά αθλήματα δεν αξίζουν να είναι ούτε ολυμπιακά ούτε καν αθλήματα. Τι αξία έχει ένας υπέρβαρος γίγαντας της άρσης βαρών που σηκώνει δυο φορές το βάρος του; Τι ομορφιά έχει μια αθλήτρια δρόμου με μπούτια πιο φαρδιά από τον υπέρβαρο γίγαντα (ενίοτε και δασύτερη τριχοφυία); Πόση πλάκα έχει ένας αγώνας που διαρκεί 9.63sec (της “μιας ανάσας” που λένε); Τόσοι πολλοί απίθανοι αθλητές που επιτυγχάνουν τόσα πολλά απίστευτα για εμάς τους υπόλοιπους κατορθώματα! Εντυπωσιακά, μεν, αλλά τίποτε περισσότερο από αυτό. Απλά πολύ-πολύ εντυπωσιακά.

Ισχυρίζονται πολλοί, ότι αυτοί οι αθλητές σπρώχνουν την ίδια την ανθρώπινη φύση στα όριά της. Δοκιμάζουν τα ίδια τα όρια του ανθρώπινου είδους. Αλήθεια είναι αυτό. Αλλά τι αξία έχει; Για παράδειγμα, το ανθρώπινο είδος δοκιμάστηκε στα 100m (άνδρες) και κατάφερε από το 1891 μέχρι σήμερα να βελτιώσει το χρόνο του από 10.8sec σε 9.58sec. Το 9.58 είναι συγκλονιστική επίδοση. Δεν έχει, όμως καμία ομορφιά. Είναι απλά και μόνο εντυπωσιακή. Κι ένας θεός γνωρίζει τι ουσίες (όχι μόνο παράνομες, υπάρχουν και οι νόμιμες) έχει καταναλώσει ο άνθρωπος για να την πετύχει!

Λέω, λοιπόν, ότι όλα αυτά τα αθλήματα, που επικεντρώνονται στην επίμονη επίτευξη ενός και μόνο υπεράνθρωπου στόχου, δεν αξίζουν να είναι αθλήματα. Είναι εντυπωσιακά και ανταγωνιστικά, καλά για το τσίρκο ίσως, αλλά δεν είναι αθλήματα. Μπορεί να σου κάνει κέφι να τα παρακολουθείς και να διασκεδάζεις. Δεν πειράζει. Το τσίρκο πάντα άρεσε στους ανθρώπους. Τα τσίρκα δεν έχουν εξαφανιστεί. Απλά δεν κυκλοφορούν στις μέρες μας περιπλανώμενα σε τεράστια τσαντήρια. Τα βρίσκεις πιο εύκολα και άμεσα στην τηλεόραση και το internet.

Αδικώ ίσως τα τσίρκα, των οποίων το θέαμα συχνά είναι ιδιαίτερα όμορφο και καλλιτεχνικό.

Δεν τα θέλω, λοιπόν, τα 100άρια και τις άρσεις βαρών και τις δισκοβολίες. Διασκεδάζω κι εγώ μαζί τους, βέβαια. Εντυπωσιάζομαι. Καταλαβαίνω, όμως, ότι απευθύνονται σε πιο κατώτερά μου ένστικτα, πιο βάρβαρα, πιο ζωώδη. Ας πούμε είναι σαν τα τηγανητά φαγητά. Κι αυτά μου αρέσουν αλλά παχαίνουν, ικανοποιούν τον ουρανίσκο αλλά φράζουν τις αρτηρίες. Προτιμώ τα αθλήματα, για παράδειγμα, τα ομαδικά, αυτά που είναι διασκεδαστικά, που έχουν πλάκα, ρε παιδί μου. Μπάσκετ και ποδόσφαιρο και βόλεϋ (κι αν είσαι παλαβός, γιατί όχι, και το ανεκδιήγητο μπάντμιντον, περί ορέξεως κολοκυθόπιτα). Ή τα αθλήματα που δημιουργούν ολοκληρωμένους αθλητές τόσο σωματικά όσο και πνευματικά. Έπταθλα και δέκαθλα, τένις και ιστιοσανίδες.

Θέλω Γκάληδες και Κακλαμανάκηδες και όχι Κεντέρηδες (προβοκατόρικα επιλεγμένα παραδείγματα, φυσικά).

Πρόσεξε, δε λέω ότι μπορώ να πάω τώρα στα καλά καθούμενα και να παρακολουθήσω δέκαθλο. Με τα ρεκόρ που έχουν γίνει στα επί μέρους αθλήματα του δεκάθλου και την πλύση εγκεφάλου που έχουμε υποστεί, κάτι τέτοιο θα ήταν πολύ βαρετό. Αν όμως ο αθλητισμός είχε εστιάσει περισσότερο σε αθλήματα συνδυαστικά και σε αθλητές ολοκληρωμένους, το δέκαθλο θα έπρεπε να είναι ο βασιλιάς του στίβου. Δεν ξέρω αν αυτό θα ικανοποιούσε τους χορηγούς και τις διαφημιστικές, για να είμαι ειλικρινής.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, δε βαριέσαι | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
10 Ιουλίου, 2012

(Ευρωβαρόμετρο Ιούλιος 2012)

How often do you access the internet?
(for example, for sending emails, reading online news, chatting with friends or buying products online)

The Greece:

38% at least once a day
13% at least once a week
44% once a month
1% less often
4% never

Σύνολο το 50% των Ελλήνων πρακτικά ΔΕΝ χρησιμοποιούν το διαδίκτυο! Μη βιαστείς να κρίνεις. Αυτό είναι θετικό. Σημαίνει ότι το διαδίκτυο στην Ελλάδα δεν έχει κορεστεί ακόμη. Για όλους εμάς που ασχολούμαστε με το διαδίκτυο επαγγελματικά είναι καλό. Θα έχουμε δουλίτσα για πολύ καιρό ακόμη… Precious δουλίτσα… Ναι, ναι είναι καλό πράμα…

ΥΓ1: Εντυπωσιακή απόσταση ανάμεσα σε αυτούς που το χρησιμοποιούν καθημερινά και σε αυτούς που δεν το χρησιμοποιούν καθόλου. Σχεδόν δεν υπάρχει ενδιάμεση ομάδα! Χάσμα γενεών;

ΥΓ2: Το 65% αισθάνεται ανασφάλεια (33%) ή όχι ιδιαίτερη ασφάλεια (29%) να κάνει ηλεκτρονικές συναλλαγές. Ή, όπως έλεγε ένας παλιός μου δάσκαλος “Από τότε που φωταγωγήθηκαν οι δρόμοι εξαφανίστηκαν οι ξωτικές”. Ή αλλιώς όσο πιο πίσω τεχνολογικά είναι ένας λαός τόσο πιο τεχνοφοβικός γίνεται και αντιστρόφως – φαύλος ο κύκλος.

εκτύπωση Κατηγορίες: δε βαριέσαι, διαδίκτυο | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
6 Ιουλίου, 2012

Ο πατεντοπόλεμος των γιγάντων της τεχνολογίας στις μέρες μας είναι σφοδρός, βρώμικος και τελικά γελοίος. Κοίτα τώρα τι έγινε. Η Google βγάζει το Samsung Galaxy Nexus στην αγορά ωραίο και γυαλιστερό. Η Apple το ξεσκονίζει και ανακαλύπτει ότι κάποια από τις πατέντες της παραβιάζεται (σιγά που δε θα ανακάλυπτε). Το Galaxy Nexus επιτρέπει στο χρήστη, μέσω της αναζήτησής του, να ψάχνει όχι μόνο στο internet αλλά συνδυαστικά και στα περιεχόμενα του ίδιου του κινητού και των εφαρμογών του, στα δικά του δεδομένα, δηλαδή. Αυτό η Apple το έχει πατεντάρει και πιστεύει ότι είναι η μόνη στον κόσμο που έχει το δικαίωμα να αξιοποιεί. Μηνύει τη Google και απαιτεί την απαγόρευση της κυκλοφορίας του Galaxy Nexus. Η Google σταματάει να το διαθέτει στην αγορά και εκδίδει ειδικό update για τη συσκευή αυτή που “κατεβάζει” (downgrade) τη δυνατότητα αυτή σε όσους πρόλαβαν να το αποκτήσουν.

Κατάλαβες; Χρήστες αγόρασαν μια συσκευή, η οποία είχε κάποιες δυνατότητες (για τις οποίες την αγόρασαν), και ξαφνικά, μια μέρα, κάποια από αυτές τις δυνατότητες ακυρώνεται αυτόματα επειδή:

“some mindless 9-to-5 office drone at the United States Patent and Trademark Office with 2.3 kids, dog, cat, and a wife who works at WalMart, granted a stupid mindless software patent on an utterly trivial nugget of functionality”

εκτύπωση Κατηγορίες: δε βαριέσαι, διαδίκτυο | rss 2.0 | trackback | 1 σχόλιο
21 Ιουνίου, 2012

Έκανες το Σαμαρά πρωθυπουργό

Έκανες το Σαμαρά πρωθυπουργό

Έκανες το Σαμαρά πρωθυπουργόόό

Κάτσε και συλλογίσου το για μια στιγμή.

Άφησες έξω από τη βουλή το Μάνο, το Τζήμερο, τους Οικολόγους και έκανες το Σαμαρά πρωθυπουργό της χώρας.

Το Σαμαρά!

Θα μου πεις, είχες κάνει κάνει και το Γιώργο Παπανδρέου πρωθυπουργό. Τι να σου πω, δίκιο έχεις.

Ευτυχώς, ζήτησε και τη βοήθεια του θεού για την πρωθυπουργική του θητεία. Υπάρχει ελπίδα.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, δε βαριέσαι, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | 2 σχόλια
11 Ιουνίου, 2012

Ο Νικολάκης δε λέγεται Νικολάκης. Δεν ξέρω πώς λέγεται. Μάλλον κάπως αλλιώς. Αλλά του έδωσα ένα όνομα για να μπορώ να αναφέρομαι σε αυτόν σε αυτό το κείμενο και του έβαλα την κατάλληλη κατάληξη ώστε να κερδίσει τη συμπάθειά σου από την αρχή. Δε θα ήταν και δύσκολο έτσι κι αλλιώς. Άνθρωποι σαν το Νικολάκη κερδίζουν τη συμπάθεια των άλλων εύκολα εξαιτίας της – πώς να το πω – κατάστασής τους. Αυτής που τους απομονώνει τελικά.

Ο Νικολάκης δεν πρέπει να είχε ποτέ φίλους. Αμφιβάλλω αν και η ίδια του η οικογένεια μπόρεσε να τον αντέξει και να τον φροντίσει μέχρι αυτή την ηλικία. Και ποιος τον φροντίζει, αν τον φροντίζει καν κανείς, δεν ξέρω. Δεν είναι μικρό παιδί ο Νικολάκης. Το “-άκης” δεν του το κόλλησα για αυτό. Αλλά, οπωσδήποτε, έχει ιδιαίτερες ανάγκες. Υπολογίζω ότι θα είναι κοντά στα εξήντα τώρα. Από μακριά, βέβαια, σου θυμίζει λίγο – ας πούμε – γεροντάκι πιο προχωρημένης ηλικίας, έτσι όπως στέκεται η ραχοκοκκαλιά του σκυμμένη προς τα εμπρός. Η στερεοτυπική φιγούρα του παππού που περπατά αργά, έντονα σκυφτός με τα χέρια πιασμένα πίσω από την πλάτη.

Δεν πρέπει να πήγε ποτέ στον οδοντίατρο ή να ασχολήθηκε με τη στοματική του υγιεινή. Τα δόντια του είναι σε άθλια κατάσταση. Λίγα έχουν μείνει ακέραια ενώ πολλά από τα πολύ χρήσιμα έχουν χαθεί για πάντα. Δε μπορώ να φανταστώ πώς θα μπορούσε κάποιος να πείσει έναν τέτοιο άνθρωπο να προσέξει τον εαυτό του. Να κάνει αυτό που όλοι μας ξέρουμε ότι είναι σωστό αλλά δεν το κάνουμε πάντα. Να πλένεται, να γυμνάζεται, να βουρτσίζει τα δόντια του.

Πρέπει να φανταστώ το Νικολάκη στην πιο ζωώδη εκδοχή του, αυτή που τον θέλει να είναι απλώς άλλο ένα κτήνος της φύσης (κι αυτός και όλοι οι άνθρωποι, φυσικά) χωρίς “εγώ” και θελήσεις, παρά μόνο ένστικτα. Πρέπει να τον φανταστώ ως μια ασήμαντη οντότητα στο τεράστιο σύμπαν της φύσης, μια κουκκίδα σε ένα γιγάντιο μωσαϊκό, που από μόνη της δεν αξίζει τίποτα, δε σημαίνει τίποτα. Είναι μεν μέρος ενός καταπληκτικού, μαγικού συνόλου, αλλά έξω από το σύνολο αυτό δεν μπορεί να υπάρχει, δε μπορεί να διανοηθεί η ίδια ότι μπορεί να υπάρχει. Κι αν κάνει πως το αντιλαμβάνεται, αλίμονο, τότε στα σίγουρα θα οδηγηθεί στην τρέλα. Φυσικά, είναι λίγο σουρεαλιστικό να μιλάς για “τρέλα” στην περίπτωση ανθρώπων σαν το Νικολάκη. Προς θεού, δεν είναι ήδη τρελοί, αλλά τι θα μπορούσε να σημαίνει “τρέλα” στην κατάστασή τους!

Με δυο λόγια πρέπει να φανταστώ το Νικολάκη σαν ένα άνθρωπο που έχει γδυθεί από όλα αυτά που θεωρούμε ότι απαρτίζουν έναν άνθρωπο πέρα από τη σάρκα και τα οστά. Χωρίς βαθύτερες επιθυμίες, χωρίς μόρφωση (πρακτικά μόνο λίγες εμπειρίες), χωρίς κουλτούρα, χωρίς σχέσεις. Δε μπορώ να τον αντέξω να υπάρχει διαφορετικά. Είναι άλλο ένα ζώο σαν και εμένα που τυχαίνει να έχει, τρόπον τινά, διαφορετικές ιδιαιτερότητες. (Αυτός πρέπει να είναι ο πιο πολιτικά ορθός τρόπος για να αναφερθεί κανείς σε κάτι τέτοιο, στην ιστορία.)

Ναι, ένα ζώο ασήμαντο και αδιάφορο. Που παίζει κομπάρσος σε ταινία, η οποία γυρίζεται σε άλλη γλώσσα κι αυτός έχει ως μόνη επιλογή να ακολουθεί τις γενικές κατευθύνσεις ενός σκηνοθέτη, τον οποίο δε βλέπει, παρά μόνο ακούει μέσα από ένα τηλεβόα. Και έτσι συμμετέχει μαζί με πολλούς άλλους κομπάρσους σε ένα σενάριο κάπως αρτιστίκ, αργό, δίχως σκοπό και φινάλε. Είναι λίγο μελό η περιγραφή, αλλά ο Νικολάκης δε θα δει ποτέ αυτή την ταινία και μάλλον αυτή είναι η μεγάλη διαφορά του από τους υπόλοιπους κομπάρσους.

Και πρέπει να τον φανταστώ έτσι για να μπορέσω αντέξω την ύπαρξή του. Για να μπορέσω να αντέξω τη δική μου ύπαρξη και τη διαπίστωση ότι όντως συμβαίνει, συμβαίνει παντού και όχι μόνο μέσα στου κεφάλι μου. Αν ο Νικολάκης δεν είναι ένα ζώο σας τις γάτες που κάθε τόσο πατάνε τα αυτοκίνητα κι έπειτα οι περαστικοί προσπερνούν κάνοντας “τς-τς”, λίγο με αηδία, λίγο με συμπόνοια, αλλά, σε κάθε περίπτωση, με βιασύνη, αν δεν είναι ένα ζώο σαν κι αυτές τότε ο κόσμος αποκτά μια τρομακτική διάσταση. Όχι, δε μπορεί να είναι έτσι ο κόσμος. Τραγικό το συμπέρασμα, τραγική η ειρωνεία. Δε μπορεί, είμαστε απλώς ζώα, κτήνη.

Από το στόμα του δεν ξέρω πότε βγήκε, αν βγήκε ποτέ, κανονικός έναρθρος ήχος. Ίσως όταν πιο πολλά από τα δόντια του ήταν στη θέση τους. Μιλάει, δεν είναι ότι δε μιλάει. Και έχει απόλυτα χαρακτηριστική φωνή. Θα τον καταλάβεις από μακριά κι αρκεί να τον ακούσεις μία φορά και θα τον αναγνωρίζεις για πάντα. Άλλωστε, όλο στα ίδια μέρη τριγυρνάει, όσο τον θυμάμαι τουλάχιστο. Αλλά η φωνή του δεν τον βοηθά να σου δώσει να καταλάβεις τι λέει. Θυμίζει λίγο τον ήχο της τεχνητής φωνής που βγάζουν εκείνα τα μηχανάκια, που τα κολλάς στο λαιμό για να μιλήσεις όταν δεν έχεις φωνητικές χορδές, και έχουν τόση πλάκα όταν χρησιμοποιούνται στις κωμωδίες, αρκεί να μη βάλεις τον εαυτό σου στη θέση αυτού που τα έχει ανάγκη.

Μπορεί να ξεχωρίσεις μερικές λέξεις από αυτές που ξεστομίζει και καμιά φορά να συμπεράνεις το νόημα αυτού που ήθελε (;) να πει. Η κατάστασή του δείχνει τόσο βαριά περίπτωση, ώστε να αμφιβάλλεις αν ποτέ θέλει κάτι να πει πραγματικά ή οι ήχοι που βγάζει απορρέουν από τα ζωώδη ένστικτα που πρέπει υποχρεωτικά να έχει (αυτά και μόνο αυτά γιατί αλλιώς εξήγησα πόσο ανυπόφορη είναι όλη η έννοια της ύπαρξης).

Για μια στιγμή κοντοστέκομαι με δέος. Γεννήθηκε έτσι ο Νικολάκης ή έγινε έτσι στην πορεία; Η σκέψη και μόνο ότι αυτό του προέκυψε στην πορεία είναι συγκλονιστική. Είναι δυνατόν να ήταν ένα κανονικό παιδί που πήγε σχολείο, μεγάλωσε παρέα με άλλα παιδιά, ενηλικιώθηκε, πιθανώς δούλεψε και κάπου στη διαδρομή, είτε ξαφνικά είτε σταδιακά, κάτι ή πολλά πράγματα μαζί συνέβησαν που τον οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση;

Να δω πώς θα ξεγλιστρήσω τώρα από αυτή την εκδοχή της ύπαρξης.

Έχω μόνο μία λύση: Γεννήθηκε έτσι! Γεννήθηκε με ένα μυαλό, οι ιδιαιτερότητες του οποίου τον εμπόδισαν να γίνει ένας άνθρωπος σαν όλους εμάς. Δεν εννοώ χειρότερος. Διαφορετικός! Δεν έμαθε ποτέ ότι υπήρχε και άλλη εκδοχή για τον άνθρωπο. Δεν ατύχησε να δει τον εαυτό του να φθίνει σε αυτή την άθλια κατάσταση. Ο χαρακτηρισμός αυτός είναι στερεοτυπικός. Έχει αξία μόνο σε συγκριση με τους υπόλοιπους από εμάς και μόνο αν πιστέψουμε ότι η δική μας κατάσταση δεν είναι “άθλια”. Δεν τον ενστερνίζομαι. Τον σιχαίνομαι. Αλλά είναι αυτό που έρχεται στο μυαλό του καθενός όταν βλέπει κάποιον σαν το Νικολάκη. Απλά παραδέχομαι ότι ο χαρακτηρισμός πετάγεται στο μυαλό μου και ισχυρίζομαι ότι βρίσκομαι σε αγώνα εναντίον του κι έχω ένα μικρό προβάδισμα. Μικρή σημασία έχει.

Τις προάλλες πέτυχα το Νικολάκη στο μετρό. Άκουσα τη φωνή του στην αποβάθρα. Προτού καν κατέβω τον αναγνώρισα. Κι όταν κατέβηκα στην αποβάθρα τον είδα στο βάθος να κόβει βόλτες με το αλλόκοτο σουλούπι του. Έπειτα από 4 λεπτά ήρθε το τραίνο και στο χρόνο αυτό ο Νικολάκης πρόλαβε να φτάσει στο βαγόνι που θα έμπαινα κι εγώ. Καθίσαμε σε μακρινές μεταξύ τους θέσεις, σε απόσταση σχετικής ασφαλείας, γιατί είναι και διαχυτικός, τρομάρα του.

Πιο δίπλα και απέναντί μου είχε καθίσει μια ωραιότατη κυρία (δεσποινίς;) καλοντυμένη, όμορφη, στα καλοκαιρινά της. Ήταν από αυτούς τους ανθρώπους που λες ότι “το ‘χουν”. Έχουν αυτό τον αέρα, δηλαδή, που, με τη βοήθεια και των ωραίων χαρακτηριστικών, τους κάνει να φωτοβολούν, να φαίνονται γοητευτικοί σαν εκ φύσεως. Ή, τελοσπάντων, με κάποιο τρόπο όλοι μας έχουμε εκπαιδευθεί να μας αρέσουν, να μας γοητεύουν. Παραδέχομαι ότι ήταν και σέξι!

Ο αθεόφοβος ο Νικολάκης δεν έμεινε στην αρχική θέση που διάλεξε. Μετά την πρώτη στάση σηκώθηκε και πλησίασε προς τη δική μας πλευρά του βαγονιού. Κάθισε απέναντι στην όμορφη  κυρία. Η αντίθεση ήταν φοβερή. Από τη μία πλευρά η Εσμεράλδα, που όλοι ερωτεύονται, και, από την άλλη πλευρά, ο αγαθός Κουασιμόδος. Και αγαθός και Κουασιμόδος! Σύντομα έβγαλε μερικούς από τους ήχους του. Κατάφερα να ξεχωρίσω μερικές λέξεις. Ίσως είπε “Καλημέρα”. Ίσως είπε κάτι για την ημέρα ή τον καιρό. Γύρισε προς το μέρος μου. Έβγαλε ακόμη μερικούς ήχους. Μου χαμογέλασε κιόλας. Του χαμογέλασε κι εγώ με μια μικρή ανησυχία ότι μπορεί να γίνω το επίκεντρο της προσοχής του.

Γύρισε προς την κυρία. Το στόμα του είπε κάτι νέο επίσης ακατάληπτο. Άπλωσε το χέρι του προς το μέρος της και την άγγιξε. Όχι επιθετικά. Φιλικά, όπως κάνουμε σε ένα φίλο που είδαμε και τον ακουμπάμε στιγμιαία στον ώμο λέγοντας “Άντε θα τα πούμε ξανά σύντομα, χάρηκα που σε είδα”. Ήταν ένα απλό άγγιγμα και δεν είναι προς υπεράσπισή του να πω ότι το έκανε με τόσο φυσικό τρόπο που σχεδόν δεν ήταν παρεξηγήσιμο.

Βέβαια, ήταν παρεξηγήσιμο! Ξέροντάς τον δύσκολα τον έχεις ικανό για κακές ή, ακόμα χειρότερα, πονηρές προθέσεις. Αλλά το να αγγίξει ο άγνωστος Κουασιμόδος μια όμορφη Εσμεράλδα στα καλά καθούμενα είναι κάτι που προκαλεί την αποστροφή τόσο της ίδιας όσο και των υπολοίπων τριγύρω. Ευτυχώς η κυρία ήταν διακριτική. Δεν έδειξε ενόχληση. Δεν ήταν και ιδιαίτερα περίπλοκο να καταλάβει την κατάσταση του Νικολάκη. Ήταν περισσότερο από ξεκάθαρο αυτό που στα δικαστήρια θα ονόμαζαν “ακαταλόγιστο”. Ο Νικολάκης είχε το ακαταλόγιστο.

Η κυρία απλά σηκώθηκε και στάθηκε λίγο πιο πέρα στις όρθιες θέσεις του βαγονιού. Ο Νικολάκης συνέχισε να “λέει” τα δικά του παρόλο που εκείνη απομακρύνθηκε. Δε νομίζω ότι απευθύνεται σε κάποιον ποτέ με τη συνηθισμένη έννοια. Ίσως μιμείται όλους εμάς που πράγματι απευθυνόμαστε ο ένας στον άλλον όταν συζητάμε. Βλέπει όλα τα άλλα δίποδα γύρω του να το κάνουν αυτό και τα μιμείται. Πιθανότατα για αυτό πήρε και το μετρό. Ακολούθησε την αγέλη. Πού να είχε να πάει εκείνη την ώρα ο Νικολάκης; Άραγε ποια δουλειά να είχε να προλάβει; Τον περίμενε κανείς κάπου; Οπουδήποτε.

Επόμενη στάση. Μπαίνουν στο βαγόνι τρία πρεζόνια. Συγχωρείστε μου τη λέξη, τη σιχαίνομαι κι αυτή. Το λέω για να καταλάβετε. Καταλάβατε, δεν καταλάβατε; Με το που είπα τη λέξη “πρεζόνια” δεν καταλάβατε αμέσως τι είδους άνθρωποι ήταν αυτοί που μπήκαν μέσα στο τραίνο σε εκείνη τη στάση; Δεν ξέρω, ίσως να μην ήταν ναρκομανείς οι άνθρωποι, πάντως ταίριαζαν στο στερεότυπο που έχουμε πλάσει στο μυαλό μας. Δεν ήταν στα χειρότερά τους. Δεν ήταν δηλαδή σε αυτή την κατάσταση που όλοι εμείς φοβόμαστε ακόμη και να φανταστούμε ότι μπορεί να βρίσκεται ένας άνθρωπος που βρίσκεται υπό την επήρεια ναρκωτικών. Να μη μπορεί να σταθεί στα πόδια του. Να έχει χάσει την επαφή του με το περιβάλλον του.

Πόσο αδιανόητο είναι! Έχοντας και μόνο δει έναν άνθρωπο σε αυτή την κατάσταση δε θα μπορούσες ποτέ να φανταστείς ότι παίρνει ναρκωτικά για να ωφεληθεί έστω και στιγμιαία σε οτιδήποτε από αυτά. Τι είδους απόλαυση είναι αυτή που βιώνουν οι άνθρωποι αυτοί και εθίζονται; Αφού τους βλέπεις μπροστά σου να παραπατούν σα ράκη, πώς είναι δυνατόν να θέλουν να το πάθουν αυτό που παθαίνουν. Πώς είναι δυνατόν αυτό το πράγμα, αυτή η κατάσταση να είναι – όχι απόδραση – έστω διέξοδος από τα προβλήματα; Πώς είναι δυνατόν αυτό το πράγμα να εμπεριέχει οποιοδήποτε ψήγμα απόλαυσης ή ικανοποίησης για θέλξει κάποιον να το χρησιμοποιήσει;

Ίσως είναι σαν το τσιγάρο. Την πρώτη φορά που κάπνισα φυσικά δε μου άρεσε. Έβηξα, ζαλίστηκα. Τι άλλο να έκανα. Έμπαινε καπνός στα πνευμόνια μου, δεν είναι φυσικό αυτό. Όμως τελικά το αγάπησα, δεν αστειεύομαι, και έφτασα να το θεωρώ μία από τις απολαύσεις της ζωής. Ίσως όλες οι απολαύσεις να έχουν κάποιο κόστος. Δεν εννοώ το κακό που ενδεχομένως κάνουν στην υγεία σου. Σίγουρα θα υπάρχουν απολαύσεις που δε σου κάνουν υποχρεωτικά και κακό. Αλλά όλες οι απολαύσεις, ωφέλιμες ή βλαβερές, έχουν μια κάποια καμπύλη εκμάθησης, μια διαδικασία εκπαίδευσης. Δεν τις απολαμβάνεις από την αρχή παρά μόνο όταν γίνεις – ας πούμε – έμπειρος σε αυτές.

Ναι. Δεν απολαμβάνεις το πρώτο τσιγάρο. Αλλά όταν έχεις κάνει πολλά μπορείς να βρεις κάποια που σου αρέσουν πολύ (πάρα πολύ). Δεν απολαμβάνεις το αλκοόλ την πρώτη φορά που το πίνεις αλλά, όταν θα έχεις καταναλώσει κάμποσο, μπορείς να ανακαλύψεις μερικά από τα πιο όμορφα κρασιά. Και, ναι, δεν απολαμβάνεις το ποδόσφαιρο ή το μπάσκετ την πρώτη φορά που θα το παίξεις, παρά μόνο όταν θα έχεις γίνει σχετικά καλός σε αυτό και θα μπορείς να καταφέρεις κάποια πράγματα.

Είναι μάλλον μία από τις μεγάλες αλήθειες της ύπαρξης που έχω ανακαλύψει.

Τα τρία πρεζόνια πήγαν και κάθισαν απευθείας στις τρεις κενές θέσεις γύρω από το Νικολάκη. Κανείς άλλος δε θα το έκανε αυτό έχων σώας τας φρένας. Κανείς δε θα καθόταν δίπλα σε ένα Νικολάκη στο τραίνο ή το λεωφορείο. Είναι μια αυτόματη διαδικασία αυτή. Γίνεται χωρίς σκέψη. Εκπέμπουν κάτι σαν κίνδυνο αυτοί οι άνθρωποι. Δεν πας να κάτσεις δίπλα τους. Δεν ξέρεις πώς θα αντιδράσουν και τι είναι ικανοί να κάνουν. Ή τι είναι ανίκανοι να μην κάνουν!

Αν όμως κάτσει ένας Νικολάκης δίπλα σου έχεις πρόβλημα. Και κρίση συνείδησης. Δε θες να του δείξεις ότι πολύ θα ήθελες εκείνη την ώρα να μπορούσες να τον αποφύγεις. Και δε θες οι υπόλοιποι άνθρωποι γύρω σου να αντιληφθούν ότι είσαι δα τόσο εύθικτος που δεν τον αντέχεις καν να σταθεί στο πλάι σου. Είμαι βέβαιος ότι αυτές οι σκέψεις τριγυρνούσαν και στο κεφάλι της κυρίας που – παραφέρθηκε και – άγγιξε ο Νικολάκης λίγο πιο πριν. Άντεξε δίπλα του όσο της ήταν δυνατόν και μετά αξιοπρεπώς τον απέφυγε.

Αλλά η νεοεισελθείσα τριάδα έμοιαζε να μην έχει τέτοιες αναστολές. Κάθισαν δίπλα του χωρίς δισταγμό, με φυσικότητα. Ίσως να υπήρξε και κάποια περίεργη έλξη που να συνέδεε τους ανθρώπους αυτούς μεταξύ τους, οι οποίοι, αν και δεν ήταν καθόλου ίδιοι στην πραγματικότητα, είχαν κοινό το στοιχείο της μη αποδοχής τους από την υπόλοιπη κοινωνία. Τα πρεζόνια, μεν, είχαν συνείδηση ότι είναι απόβλητοι της κοινωνίας, κάτι που δεν τους επηρέαζε ιδιαίτερα πλέον, έχοντας περάσει σε μια άλλη διάσταση ύπαρξης και θεώρησης για την απώλεια της αξιοπρέπειας (αυτό δεν είναι το πιο ακριβό που χάνει ένας εθισμένος άνθρωπος;), αλλά ο Νικολάκης αμφιβάλλω αν κατάλαβε ποτέ πως η διαφορετικότητά του τον απομόνωνε από τους άλλους ανθρώπους.

Όλοι αυτοί μαζί, τετράδα, συνέχισαν στις επόμενες στάσεις. Ο Νικολάκης δεν πρέπει να κατάλαβε οτιδήποτε σχετικά με την υπόλοιπη τριάδα που τον πλαισίωνε. Για αυτόν ήταν άνθρωποι σαν όλους τους άλλους ανθρώπους. Με δυο πόδια και δυο χέρια. Το κριτήριό του για τους τριγύρω δεν πρέπει να ήταν καθόλου οξυμένο ή εκλεπτυσμένο αρκετά ώστε να είναι ικανός να ξεχωρίσει τη διαφορετικότητα των τριών από τους άλλους ανθρώπους, πολύ περισσότερο από εκείνον. Βέβαια, αν το σκεφτεί κανείς λίγο διαφορετικά, ίσως η δική του οπτική γωνία να είναι πιο φυσική, πιο αθώα, πιο ανεπηρέαστη από αυτή των υπολοίπων από εμάς. Γιατί ποια είναι η διαφορά μας από αυτούς τους τέσσερις; Έχουν δυο πόδια και δυο χέρια κι αυτοί.

Στην τριάδα ήταν και μία κοπέλα. Θα την περιέγραφα πρόσχαρη, επειδή μιλούσε στους άλλους δύο με κάποια σχετικά εμφανή καλή διάθεση. Ο Νικολάκης δε μπόρεσε να μην της μιλήσει. Όχι ότι απευθύνθηκε σε εκείνη συγκεκριμένα αλλά εκείνη είχε μπροστά του. Έβγαλε τους ήχους του και έτεινε το χέρι του προς το μέρος της. Την άγγιξε κι αυτή στον ώμο φιλικά, όπως είχε κάνει με την όμορφη κυρία, απλά, φευγαλέα και με φυσικότητα. Εκείνη του χαμογέλασε, δεν πειράχτηκε, ούτε παρεξήγησε. Μάλλον καταλάβαινε με τι άνθρωπο είχε να κάνει.

Έφερε στην ποδιά της ένα ταξιδιωτικό σακίδιο (όπου πιθανώς να είχε όλα της τα υπάρχοντα) και το άνοιξε. Φάνηκε να ψάχνει ανάμεσα σε πολλά αντικείμενα. Μερικά ακούγονταν να κροταλίζουν όταν χτυπούσαν μεταξύ τους. Έβγαλε από μέσα και μια τσάντα κι από μέσα της μιαν άλλη και μέσα από την τελευταία ακόμη μιαν άλλη. Σε αυτή την τσάντα είχε μερικές καραμέλες. Έδωσε από μία στους άλλους δύο που είχαν μπει μαζί στο τραίνο.

Στράφηκε στο Νικολάκη, έβγαλε μια ακόμη καραμέλα, νομίζω πράσινου χρώματος (τι να ήταν άραγε;) και του την προσέφερε. Ο Νικολάκης προς έκπληξή μου δεν δέχθηκε την καραμέλα. Ίσως λειτούργησε μέσα του κάποια βαθιά εμπεδωμένη παιδική μνήμη που λέει να μην παίρνουμε γλυκά από ξένους. Της χαμογέλασε κι αυτός. Στην επόμενη στάση η τριάδα κατέβηκε από το τραίνο. Η αλληλεπίδραση των ανθρώπων αυτών πρέπει να πέρασε γενικότερα απαρατήρητη από τους υπόλοιπους συνεπιβάτες αλλά εμένα με συγκίνησε τόσο.

Πρέπει να είναι πάρα πολύ-πολύ απλό. Πρέπει να είναι τόσο συγκλονιστικά απλό και ταυτόχρονα περίπλοκο όσο όλες οι μεγάλες αλήθειες. Κι ας είναι και στερεοτυπικό. (Είναι, τελικά στερεοτυπικό;) Η Εσμεράλδα αποστρέφεται τον Κουασιμόδο κι αυτός βρίσκει παρηγοριά στους άλλους απόβλητους της κοινωνίας της Εσμεράλδας. Μόνα του αδέρφια τα απόκοσμα τέρατα που στολίζουν τους τοίχους της Παναγία των Παρισίων. Το στερεότυπο ζει, είναι εδώ σήμερα και κάθεται στη διπλανή θέση.

Ο Νικολάκης σηκώθηκε για να κατέβει στην επόμενη στάση. Πλησίασε έναν όρθιο κύριο, κάπως ηλικιωμένο αλλά κοτσονάτο, και του “μίλησε”, όπως αυτός ξέρει να το κάνει. Ο όρθιος κύριος μάλλον ήταν απορροφημένος στις σκέψεις του και δεν πρόσεξε ποιος του μιλούσε και τι του έλεγε. Δεν άκουσε καλά, γύρισε προς το Νικολάκη και του φώναξε δυνατά, για να ακουστεί πάνω από τους ήχους του τραίνου “Ορίστε;”. Ο Νικολάκης, φυσικά, δεν απάντησε με κανένα κατανοητό τρόπο. Έβγαλε το μίγμα ήχων και λέξεων που μπορούσε και ο όρθιος κύριος επιτέλους κατάλαβε ποιον είχε απέναντί του.

Ταυτόχρονα, ο Νικολάκης έτεινε το χέρι του και τον ακούμπησε φιλικά στον ώμο. Η κίνηση αυτή ήταν σήμα κατατεθέν του, όπως έχετε καταλάβει. Ο κύριος μάλλον ενοχλήθηκε αλλά πιστεύω η σκέψη που επικράτησε μέσα του ήταν να μην εκτεθεί στους υπόλοιπους εμάς με μια βιαστική, κακή αντίδραση. Αλλά ενοχλήθηκε. Κοίταξε το Νικολάκη από πάνω μέχρι κάτω με εκείνον το χαρακτηριστικό τρόπο που “κόβουμε” τους άλλους και τους “ζυγίζουμε” λες και υπάρχει κάποιο “ανθρωπόμετρο” που βγάζει συμπεράσματα για το ποιόν του καθενός. Δυστυχώς υπάρχει και ο καθένας μας έχει το δικό του.

“Άι πήγαινε μέχρι τη γωνία να δεις αν έρχομαι”, πέταξε προς το Νικολάκη μισο-αστεία μισο-περιφρονητικά, καθώς το τραίνο έφτανε στη στάση και άνοιγαν οι πόρτες. Αυτό ήταν το πιο ευρηματικό πράγμα που κατάφερε να σκαρφιστεί για να αντιμετωπίσει την αμηχανία του απέναντι στο είδος αυτό που το ανθρωπόμετρό του είχε ως ένδειξη. Δεν ξέρω ποιος ήταν ο τίτλος δίπλα στην ένδειξη. Καθυστερημένος; Χαζός; Χαζούλης; Αλλόκοτος;

“Νέος Κόσμος”, είπε η γυναικεία φωνή από τα μεγάφωνα του τραίνου. “Κι όμως τόσο μα τόσο παλιός”, είπα από μέσα μου.

Ο Νικολάκης βγήκε από το τραίνο για να πάει κατά πάσα πιθανότητα πουθενά και να μη συναντήσει κανέναν. Μαζί του βγήκαν κάμποσοι άλλοι επιβάτες. Ένιωθα τις σκέψεις τους να ξεπηδούν από τα κεφάλια τους και να ουρλιάζουν στα αυτιά μου: “Θεέ μου ας μη με πλησιάσει και με αγγίξει, ας αγγίξει κάποιον άλλο”. Απομακρύνονταν όλοι με βήμα λίγο ταχύτερο από το κανονικό τους. Βιάζονταν λίγο παραπάνω να φτάσουν στον προορισμό τους τώρα. Η μόνη σωτήρια εκδοχή ήταν αυτή του ζώου και για αυτούς και για το Νικολάκη.

εκτύπωση Κατηγορίες: δε βαριέσαι, προσωπικά | rss 2.0 | trackback | 1 σχόλιο
1 Ιουνίου, 2012


Θα μου πεις “πού πήγε το υπόλοιπο 10%;”! Απαράδεκτος…

εκτύπωση Κατηγορίες: δε βαριέσαι, τεχνολογία | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια