1 Δεκεμβρίου, 2019

Η περίπτωση Πατέρα, του πολιτευτή από τα Τρίκαλα που “παρακάλεσε” προεκλογικά τον πρωθυπουργό να τον “σκεφτεί” όταν θα έρθει η ώρα επιλογής διευθυντών νοσοκομείων έγινε γνωστή αρχικά λόγω της ηλικίας του (76 χρόνια) που από κάποιους θεωρήθηκε υπερβολική για διοικητική θέση. Προσωπικά αυτή η ηλικιακή διάκριση δε με αφορά καθόλου και την καταδικάζω.

Επίσης το θέμα δεν το σχολιάζω με αφορμή τη συγκεκριμένη κυβέρνηση και το συγκεκριμένο πρωθυπουργό. Είμαι βέβαιος ότι οι πρακτικές συναλλαγής ανάμεσα στο πολιτικό σύστημα και τις διοικητικές δομές του κράτους είναι διαχρονική. Και αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα.

Η περίπτωση Πατέρα, έχει ουσία κυρίως λόγω της συναλλαγής αυτής που αποκαλύπτεται περίτρανα και χωρίς πολλές περιστροφές στην παρακάτω συνέντευξή του στον τηλεοπτικό ΣΚΑΙ. Στη συνέντευξη αυτή διαγράφονται ανάγλυφα και συμπυκνωμένα, μέσα σε λίγα λεπτά, όλες οι παθογένειες του ελληνικού κράτους:

Στο βίντεο αυτό παρατηρεί κανείς με τρόμο τον κύριο Πατέρα να περιγράφει πώς ζήτησε προεκλογικά από τον πρωθυπουργό να τον προτιμήσει σε θέση διευθυντή νοσοκομείου με αντάλλαγμα την πολιτική στήριξη από το “στρατό” των ψηφοφόρων που αυτός επηρεάζει στην περιοχή του. Ταυτόχρονα το κάνει αυτό με σχεδόν αγαθή αφέλεια και το παρουσιάζει, όχι σα συναλλαγή, αλλά σαν κάτι το φυσιολογικό, σα μια καθημερινή συζήτηση, σα μια παράκληση. Γιατί για αυτόν μάλλον κάτι τέτοιο είναι!

Λέξη προς λέξη η συνέντευξη είναι μια αποκρυστάλλωση των μεγαλύτερων προβλημάτων του ελληνικού κράτους αλλά και όσων περιστρέφονται γύρω από αυτό. Οι δημοσιογράφοι που στήριξαν τον πρωθυπουργό παρακολουθούν παγωμένοι και ρωτάνε απανωτά τις ίδιες ερωτήσεις, ελπίζοντας ο Πατέρας να δώσει μια διευκρίνιση που να αλλάζει κάπως τις εντυπώσεις. Ο Πατέρας να επαναλαμβάνει με φυσικότητα ξανά και ξανά τα ίδια λόγια χαμογελαστός. Οι κομματικοί στρατοί. Οι μεταπηδήσεις από κόμμα σε κόμμα για λόγους τακτικής. Το πελατειακό κράτος. Και όλοι εμείς μουδιασμένοι να το σχολιάζουμε καφενειακά και να συνεχίζουμε τις ζωές μας.

Στα 4,5 χρόνια ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και σε όλη την περίοδο της κρίσης και ακόμη και τώρα, σήμερα, ο δημόσιος διάλογος αναλώνεται σε συζητήσεις εντυπώσεων και ψευτοϊδεολογικών αντιπαραθέσεων. Αποτυγχάνουμε συνεχώς να εστιάσουμε σε -και να ζητήσουμε από τους πολιτικούς μας ένα- καλύτερο και αποτελεσματικότερο κράτος με ανοιχτές διαδικασίες.

Μέσα στην πόλωση, στην οποία δεχόμαστε να συμμετάσχουμε, αποτυγχάνουμε να τιμωρήσουμε τους βασικούς υπαίτιους ή να αναδείξουμε νέες και ουσιαστικές προτάσεις, προτιμώντας τις λογικές των άκρων και των δύο δρόμων. Όχι όλοι μας βέβαια, αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
21 Σεπτεμβρίου, 2019

Το Σύνταγμά μας θα περίμενε κανείς να εξασφαλίζει απλά και με λίγα λόγια την ανεξιθρησκία και το διαχωρισμό Εκκλησίας-Κράτους. Ειδικά αυτό το τελευταίο, δε, ίσως και να μην είναι καν απαραίτητο. Γιατί άμα δεν αναφέρεις για σύνδεση Εκκλησίας-Κράτους πουθενά, ε, τότε η επαγωγική λογική λέει ότι δεν υπάρχει και τέτοια. Αλλά, άντε, μέχρι εκεί. Ναι; Αν διαφωνείς με κάτι ως εδώ, δεν έχει νόημα να διαβάσεις παρακάτω.

Ας δούμε τι λέει το Σύνταγμα της Ελλάδος (εδώ και σε PDF) σχετικά με τη θρησκεία.

Καταρχάς ξεκινά με το:

Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος

Χαμένο το παιχνίδι από τα αποδυτήρια. Άντε να μιλήσεις για ανεξιθρησκίες και διαχωρισμό Εκκλησίας-Κράτους μετά. Πάντως δεν ξέρω καν τι πάει να πει το παραπάνω. Ότι το Σύνταγμα είναι αφιερωμένο στην Αγίας και Ομοούσιο και Αδιαίρετο Τριάδα; Ότι αυτή είναι που το διαφυλάσσει; Ότι σε αυτή ορκίζονται όσοι το διαφυλάσσουν; Ελπίζω τίποτα από αυτά. Δε βλέπω και κάτι άλλο που να βγάζει νόημα.

Και συνεχίζει το Σύνταγμα:

Επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα είναι η θρησκεία της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού.

Υποθέτει κανείς ότι τακτικά μετριέται αυτό στατιστικά και βγαίνει ένα συμπέρασμα, το οποίο αντανακλάται και στο Σύνταγμα. Βέβαια τι δουλειά έχει το Σύνταγμα να κάνει αυτή τη διαπίστωση; Τι το νοιάζει; Μήπως είναι δουλειά του να κάνει τέτοιες διαπιστώσεις. Μήπως για να διαφυλάξει αυτή την επικρατούσα θρησκεία; Κακεντρέχειες.

Κακεντρέχειες, αλλά λίγο πιο μετά:

Το κείμενο της Αγίας Γραφής τηρείται αναλλοίωτο. Η επίσημη μετάφρασή του σε άλλο γλωσσικό τύπο απαγορεύεται χωρίς την έγκριση της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδας και της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας στην Κωνσταντινούπολη.

Δηλαδή το Σύνταγμα νοιάζεται τόσο πολύ για την ανεξιθρησκία και το διαχωρισμό Εκκλησίας-Κράτους που προβαίνει σε ειδικές διευκρινίσεις για το τι γλώσσα θα πρέπει να έχει το κείμενο μιας εκ των θρησκειών των πολιτών του και ποια αρχή θα το κρίνει αυτό. Θα μου πείτε αυτή η θρησκεία είναι και η επικρατούσα! Να μην τη διαφυλάξουμε; Αλλά αυτό το σχολιάσαμε παραπάνω. Μην επανερχόμαστε.

Επανέρχεται όμως το Σύνταγμα και αντιφάσκει:

Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων.

Δηλαδή τι ανεμπόδιστα, όταν μία θρησκεία είναι επικρατούσα με τη βούλα, ενώ ακόμη και αυτή η θρησκεία είναι επικρατούσα μόνο σε κάποια συγκεκριμένη εκδοχή της, αφού δεν επιτρέπεται ούτε καν η μετάφραση του βασικού της κειμένου σε άλλη γλώσσα, εκτός κι αν το επιτρέψει αυτό η Αυτοκέφαλη αρχή της. Και πώς δίνει το κράτος τέτοια εξουσία σε μια θρησκευτική αρχή μέσω του Συντάγματος εφόσον έχουμε διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας;

Αλλά το Σύνταγμα προστατεύει όλες τις θρησκείες:

Καθένας μπορεί να εκφράζει και να διαδίδει προφορικά, γραπτά και δια του τύπου τους στοχασμούς του τηρώντας τους νόμους του Κράτους […] Κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η κατάσχεση, με παραγγελία του εισαγγελέα, μετά την κυκλοφορία: α) για προσβολή της χριστιανικής και κάθε άλλης γνωστής θρησκείας […]

Καλά το πήγαινε μέχρι το “κατ’ εξαίρεση”. Άρα υπάρχει κάποιος κριτής που κρίνει αν κάποιοι στοχασμοί είναι προσβλητικοί για μια θρησκεία ή όχι! Φυσικά κάθε θρησκεία έχει να ωφεληθεί από αυτό και πόσο μάλλον η επικρατούσα. Αλλά ευτυχώς έχουμε διαχωρισμό είπαμε κι έτσι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας. Ευτυχώς που ο κριτής της προσβλητικότητας εδώ δεν είναι πάλι κάποια θρησκευτική αρχή!

Μιλώντας παρακάτω για τους Βουλευτές, το Σύνταγμα:

Αλλόθρησκοι ή ετερόδοξοι βουλευτές δίνουν τον ίδιο όρκο σύμφωνα με τον τύπο της δικής τους θρησκείας ή του δικού τους δόγματος.

Ποιοι είναι οι αλλόθρησκοι και ποιοι οι ομόθρησκοι; Με βάση τι; Φυσικά με την επικρατούσα θρησκεία! Αυτή στην οποία το Σύνταγμα δε δίνει προβάδισμα ενώ σέβεται την ανεξιθρησκία και έχουμε και διαχωρισμό κλπ κλπ κλπ, πάλι τα ίδια θα λέμε.

Εντωμεταξύ λίγο πιο πριν έχει ορίσει ότι:

Οι βουλευτές πριν αναλάβουν τα καθήκοντά τους δίνουν στο Βουλευτήριο και σε δημόσια συνεδρίαση τον ακόλουθο όρκο: «Ορκίζομαι στο όνομα της Αγίας και Ομοούσιας και Αδιαίρετης Τριάδας να είμαι πιστός στην Πατρίδα και το δημοκρατικό πολίτευμα, να υπακούω στο Σύνταγμα και τους νόμους και να εκπληρώνω ευσυνείδητα τα καθήκοντά μου».

Εντάξει τους επιτρέπει να ορκιστούν σε ό,τι θέλουν τελικά, άλλωστε κάτι διαφορετικό θα ήταν οριακά αστείο, αν όχι επικίνδυνο, αλλά παρολαυτά δεν παραλείπει να δώσει για μια ακόμη φορά το στίγμα της σχέσης του με την επικρατούσα θρησκεία.

Σχετικά με την παιδεία:

Η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Κράτους και έχει σκοπό την ηθική, πνευματική, επαγγελματική και φυσική αγωγή των Ελλήνων, την ανάπτυξη της εθνικής και θρησκευτικής συνείδησης και τη διάπλασή τους σε ελεύθερους και υπεύθυνους πολίτες.

Αν με το “θρησκευτική συνείδηση” εννοεί την ενημέρωση των παιδιών για την έννοια της θρησκείας και τις διάφορες θρησκείες του κόσμου, κάτι σαν θρησκειολογία ή απλά ιστορία, βρε παιδί μου, τότε να πάω πάσο. Αλλά είναι έκφραση που αφήνει πολύ χώρο για παρεξηγήσεις. Γιατί να έχουμε παρεξηγήσεις αφού υποτίθεται ότι έχουμε απερίφραστα δηλώσει την επιθυμία μας για ανεξιθρησκία;

Τα παραπάνω είναι μια πρόχειρη ανάγνωση του Συντάγματος και των αναφορών του στη θρησκεία. Είναι προφανές ότι το Σύνταγμα κόπτεται και μάλιστα πολύ για τη θρησκεία και τη σχέση του με αυτή αλλά και τη σχέση του Κράτους με την Εκκλησία, που εκφράζει την “επικρατούσα” θρησκεία.

Κλείνω και με μερικά εδάφια του Συντάγματος για τα οποία μπορούμε πράγματι να είμαστε περήφανοι σχετικά με τη θρησκεία:

Όλοι όσοι βρίσκονται στην Ελληνική Επικράτεια απολαμβάνουν την απόλυτη προστασία της ζωής, της τιμής και της ελευθερίας τους, χωρίς διάκριση εθνικότητας, φυλής, γλώσσας και θρησκευτικών ή πολιτικών πεποιθήσεων.

Η ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη.

Κάθε γνωστή θρησκεία είναι ελεύθερη και τα σχετικά με τη λατρεία της τελούνται ανεμπόδιστα υπό την προστασία των νόμων.

Κανένας δεν μπορεί, εξαιτίας των θρησκευτικών του πεποιθήσεων, να απαλλαγεί από την εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς το Κράτος ή να αρνηθεί να συμμορφωθεί προς τους νόμους.

Αλλά μπορούμε και καλύτερα!

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, θρησκεία, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | 1 σχόλιο
13 Σεπτεμβρίου, 2019

Αυτές τις μέρες κυκλοφορεί στις ειδήσεις μια έρευνα της Αρχής Διασφάλισης Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια εκπαίδευση που αναφέρει (και ουχί “μετράει”, όπως την εμφανίζουν καταστροφολογώντας τα ΜΜΕ) το λειτουργικό αναλφαβητισμό ως στατιστικά συνδεόμενο με τους βαθμούς των παιδιών στα σχολεία. Δε θα διαφωνήσω ότι μια τέτοια σύνδεση είναι καταρχάς λογική. Αλλά τι είναι τελικά αυτός ο λειτουργικός αναλφαβητισμός; Μετριέται; Έχει μετρηθεί ποτέ; Πέρα από να συνδεθεί με τα γενεσιουργά του αίτια;

Από το ελληνικό βικιλεξικό: “λειτουργικός αναλφαβητισμός είναι η κατάσταση ατόμων που έχουν διδαχθεί γραφή κι ανάγνωση αλλά δεν τις χρησιμοποιούν”.

Από την αγγλική βικιπαίδεια δύο εκδοχές: 1) “Functional illiteracy is reading and writing skills that are inadequate to manage daily living and employment tasks that require reading skills beyond a basic level.” 2) (UNESCO 1978) “A person is functionally illiterate who cannot engage in all those activities in which literacy is required for effective functioning of his group and community and also for enabling him to continue to use reading, writing and calculation for his own and the community’s development.”

Από την ίδια την έκθεση (σελ 120): “Ο λειτουργικός αναλφαβητισμός αναφέρεται στα επίπεδα εγγραμματισμού (literacy)που δεν επαρκούν για την πλήρη αποτελεσματική συμμετοχή σε μια προηγμένη τεχνολογική κοινωνία. Προσδιορίζει τους εφήβους με χαμηλό εγγραμματισμό ή τους ενήλικους που παρακολούθησαν το σχολείο, αλλά οι οποίοι, για διάφορους λόγους, είτε δεν ολοκλήρωσαν την εκπαίδευσή τους είτε άλλως την ολοκλήρωσαν, χωρίς, όμως, να αποκτήσουν το αναμενόμενο επίπεδο δεξιοτήτων ανάγνωσης.”

Άρα ο λειτουργικός αναλφαβητισμός συνδέεται με τη συμμετοχή ενός ατόμου σε μια κοινωνία και τη δυνατότητά του, από τη μια πλευρά, να επαυξήσει τις δικές του δυνατότητες μέσα σε αυτήν και, από την άλλη, να συμμετάσχει και στην ίδια την κοινωνία με θετικό τρόπο. Πρόκειται για ένα κοινωνικό πρόβλημα και είναι πολύ πιο σύνθετο από τον αναλφαβητισμό ή τις γλωσσικές δεξιότητες ενός ατόμου.

Επεκτείνεται σε άλλες δεξιότητες, όπως απλοί υπολογισμοί (αριθμητική), κατανόηση κειμένου, πληροφορική/διαδίκτυο κλπ. Όλες αυτές οι δεξιότητες είναι μόνο μια προσπάθεια να τμηματοποιήσω και να κατατάξω την αδυναμία του λειτουργικά αναλφάβητου ατόμου να λειτουργήσει σε ένα επιχειρηματικό περιβάλλον, σε ένα οικονομικό περιβάλλον, σε ένα πολιτικό περιβάλλον, σε ένα εργασιακό περιβάλλον, να ενημερωθεί, να ταξιδέψει, να εξελιχθεί, να πετύχει στόχους ζωής. Όλοι αυτοί οι όροι δε βλέπω να καταγράφονται κάπου συστηματικά.

Και σίγουρα δεν είδα κάποιον τρόπο να τον μετρήσουμε. Η έκθεση της Α.ΔΙ.Π.Π.Δ.Ε αναφέρει τη συσχέτιση που θεωρεί ότι υπάρχει με τις βαθμολογίες των μαθητών σε πρωτοβάθμια και τριτοβάθμια εκπαίδευση. Και αναφέρει ότι ανατρέποντας την κακή απόδοση των μαθητών κάνουμε ένα βήμα προς τη μείωσή του. Όμως η άποψη αυτή δεν είναι επιστημονική, δεν είναι τεκμηριωμένη. Για να αποκτήσει αξία πρέπει να γίνει κάτι παραπάνω από απλή διαισθητική παρατήρηση.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
12 Σεπτεμβρίου, 2019

Μπορούμε άραγε να μιλήσουμε με μια φράση για τον “ευρωπαϊκό τρόπο ζωής“; Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι, μάλιστα καθώς ακόμη διευρύνεται, μια ετερογενής ομάδα χωρών, κρατών και κοινωνιών. Μικρή σχέση έχει ο Γάλλος με τον Έλληνα και ο Ισπανός με τον Ούγγρο. Εκτός βέβαια κι αν τους συγκρίνουμε όλους αυτούς με έναν Πακιστανό! Αλλά όμως αν τους συγκρίνουμε με έναν Αμερικανό ή έναν Ιάπωνα; Νομίζω ότι είναι πολύ πιο εύστοχο να μιλήσουμε για κοινές αξίες και κοινά συμφέροντα, ή, πιο καλά, κοινό μέλλον. Παρά για τρόπο ζωής. Εκτός κι αν αυτό εννοεί η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Αλλά δε νομίζω.

Οι Ευρωπαίοι -θέλουμε να πιστεύουμε ότι- μοιραζόμαστε μερικές κοινές αξίες όπως η ελευθερία, η δημοκρατία, ο ανθρωπισμός. Καταλήξαμε εκεί με τρόπο επίπονο και όχι χωρίς να έχουμε πράξει πολλές φορές αντίρροπα σε αυτές τις αξίες, όχι χωρίς να το έχουμε πληρώσει πικρά. Υπό αυτό το πρίσμα θα ήταν πολύ επιθυμητό να μιλάμε για “διατήρηση των κοινών ευρωπαϊκών μας αξιών”. Σημειολογικά το να μιλάμε για “ευρωπαϊκό τρόπο ζωής” είναι κάτι πολύ πιο φτηνό και φοβικό.

Η φράση αυτή προβάλει τον τρόπο ζωής, που δεν είναι κοινός και ενιαίος σε όλη την Ευρώπη, ως αυτό που έχει εξέχουσα σημασία, τόση, ώστε ένας ολόκληρος επίτροπος να είναι απαραίτητος για να τον διαφυλάξει. Και όχι τις αξίες. Αλλά οι αξίες είναι που διακυβεύονται και μάλιστα από εχθρούς όχι μόνο εξωτερικούς αλλά και εσωτερικούς. Στοχεύοντας στον “τρόπο ζωής” ο καθένας μπορεί να τον ερμηνεύσει όπως θέλει, ακόμη κι αν είναι σκεπτικός απέναντι στις κοινές αξίες, αυτές που πραγματικά κινδυνεύουν.

Είναι κοινός τόπος ότι η Ευρώπη έχει κάνει μια αρκετά δεξιά στροφή, που ήταν ορατή από τα μέσα του 2000 και σίγουρα ξεκάθαρη τα τελευταία χρόνια. Οικονομική κρίση και μεταναστευτικό/προσφυγικό ήταν βασικοί λόγοι της όξυνσης. Η έμφαση στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής είναι μέρος αυτής της στροφής και είναι μια κλειστοφοβική πράξη. Μια ευρωπαϊκή εκδοχή του Τραμπικού τείχους, το οποίο είναι πολύ άγαρμπα εκπεφρασμένο, ενώ το ευρωπαϊκό καλύπτεται με με απαλό μανδύα.

Η αποστολή του Έλληνα επιτρόπου Μαργαρίτη Σχοινά για τη διαφύλαξη του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής μιλάει ανακατεμένα για εργασία, παιδεία, μετανάστευση για να καταλήξει στο προκείμενο: στην ασφάλεια. Την ασφάλεια που η πρόεδρος Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν θέτει ως τον τρίτο πυλώνα αυτού του τρόπου ζωής λέγοντας “The European way of life is built around solidarity, peace of mind and security”. Αλλά οι παραδοσιακές ευρωπαϊκές αρχές του διαφωτισμού και της φιλελεύθερης δημοκρατικής πολιτείας πουθενά δε βάζουν την ασφάλεια ως βασική αξία. Φυσικά και η ασφάλεια είναι απολύτως απαραίτητη. Είναι προϋπόθεση. Η αναγωγή της σε ευρωπαϊκή αξία είναι απλά μια παραδοχή φοβικότητας και αδυναμίας να κάνουμε πράξη αυτό που λέει η πρώτη αρχή της προέδρου, το solidarity, η αλληλεγγύη.

Λίγο πιο πριν, στο ίδιο κείμενο, επισημαίνει ότι “Protecting our European way of life requires making sure workers are equipped to thrive in our evolving labour market”, θέτει δηλαδή ως στόχο της προστασίας του ευρωπαϊκού τρόπου ζωής την ευημερία των εργατών. Λαϊκιστικό τρυκ για να πει “οι ξένοι μας παίρνουν τις δουλειές μας”. Όλοι γνωρίζουμε όμως ότι, σε κάθε οικονομία που πήγε καλά, βασικό συστατικό ήταν το χαμηλό εργατικό κόστος, το οποίο συνήθως επωμίζονταν αυτοί που ήταν διατεθειμένοι να το δεχθούν, δηλαδή οι μετανάστες. Σε μια ήπειρο που γερνάει η μετανάστευση θα έπρεπε να είναι η μόνη εκδοχή.

Τις αξίες λοιπόν είναι που οφείλουμε να διαφυλάξουμε και όχι τον τρόπο ζωής, αν σημαίνει καν κάτι αυτή η έκφραση (τρόπος ζωής). Και, ναι πρέπει να τις διαφυλάξουμε, να τις διακηρύξουμε ξανά και με έμφαση, και να τις διαδώσουμε τόσο στους ανθρώπους που έρχονται στις χώρες μας όσο και στις ίδιες τους τις χώρες. Αλλά φοβικοί δε θα γίνουμε. Θέλουμε μια ανοιχτή Ευρώπη που δε θα ξεχάσει τις θεμελιώδεις αξίες της.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
7 Σεπτεμβρίου, 2019

Έχοντας μεγαλώσει στις μυθικές δεκαετίες του ’80 και του ’90, έχοντας στεντόρεια απαγγείλει ποιήματα και αποσπάσματα ιστορικών γεγονότων, γραμμένα από μεγάλους συγγραφείς και ποιητές σε εθνικές εορτές και έχοντας παρελάσει, όχι μία, αλλά  δύο φορές κάθε χρονιά χωρίς να χάσω ούτε μια φορά το βηματισμό, κρατώντας τελικά και τη γαλανόλευκη παρακαλώ και, ναι, με περηφάνεια, ε, έμενα πάντα με την απορία: τι διάολο έγινε σε αυτό τον 20 αιώνα που ποτέ δε φτάσαμε να διδασκόμαστε στα σχολεία;

Άλλοτε δεν έφτανε η σχολική χρονιά από μόνη της, πού να κάνεις ιστορία στο τέλος της Ιούνη μήνα. Άλλοτε ήτανε πολλές οι λέξεις στα βιβλία. Άλλοτε ήτανε οι απεργίες των καθηγητών και γενικά ήτανε πολύ δύσκολο να φτάσει η ύλη στο ’22, στο ’40, στο ’67 και το ’74. Είμαι και γενιά που της κάνανε κάτι πειράματα με συχνές εξετάσεις στη δευτεροβάθμια, που χάναμε επιπλέον εβδομάδες ολόκληρες Γενάρη και Ιούνη! Τα πειράματα σταμάτησαν όπως άρχισαν, αλλά αυτή η ιστορία ήτανε μέσα στα βιβλία, την έβλεπα καθώς τα ξεφύλλιζα, απλώς δε φτάναμε ποτέ εκεί.

Έτσι θα μεγάλωνα χωρίς ιδέα τι έγινε στον 20ο αιώνα, στον οποίο, διάολε, ζούσα και με την εντύπωση κιόλας ότι αυτό ήτανε κάτι για να καμαρώνεις. Παρεμπιπτόντως αυτό το τελευταίο ήτανε σωστό, αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μου! Εν πάση περιπτώσει μεγάλωνα με την απορία και σιγά σιγά, κατά την ενηλικίωση, έχοντας ακούσει διηγήσεις παππούδων και πατεράδων για τα χρόνια αυτά που μου έλειπαν από το ψηφιδωτό της ιστορίας, άρχισα να διαβάζω μόνος μου.

Ήρθα έτσι σε επαφή με τη μη μονολιθική ανάγνωση της ιστορίας, αυτής που είχα μάθει στο σχολείο, αυτής που σε ένα κεφάλαιο σου διδάσκει τη μία και μοναδική εθνική ή ευρύτερη αλήθεια. Ανακάλυψα ότι υπήρχαν εκδοχές για αυτά που με βεβαιότητα είχα μάθει, εναλλακτικές μάλιστα αντικρουόμενες. Ανακάλυψα, δε, με τρόμο ότι για αυτά που δεν είχα διδαχτεί τίποτα, οι εκδοχές ήταν ακόμη πιο αντιφατικές γιατί από τη μια οι πληγές δεν είχαν ποτέ κλείσει ενώ από την άλλη αναφερόντουσαν σε γεγονότα σχετικά πρόσφατα, όπου συμμετείχαν άνθρωποι που ήταν ακόμη ζωντανοί και οι οποίοι συμμετείχαν στη δημόσια ζωή της χώρας.

Συνειδητοποίησα έτσι ένα σοβαρό αδιέξοδο. Πως είτε για να συμφωνήσουμε στην ανάγνωση της ιστορίας χρειαζόταν να επιβληθεί κάποιου είδους ταπείνωση στους υποστηρικτές της μιας εκδοχής έναντι της άλλης, είτε δεν υπήρχε καμία πιθανότητα να συμφωνήσουμε καθόλου. Και τότε διάβασα δύο πολύ σημαντικά πράγματα.

Πόσο ελληνικό είναι το Βυζάντιο, Ελένη Γλύκατζη Αρβελέρ

Το ένα είναι η ρήση του εθνικού μας ποιητή Διονύσιου Σολωμού ότι “εθνικό είναι το αληθές“. Βάζει σε προτεραιότητα την αλήθεια και όχι την προσωπική ερμηνεία, εμπειρία ή συμφέρον. Αλλά η αλήθεια, δύσκολα είναι μόνο μία και ενιαία και το ρητό αυτό δεν ήταν αρκετό για να με καλύψει. Το άλλο ήταν στο “Πόσο ελληνικό είναι το Βυζάντιο” της Ελένης Γλύκατζη Αρβελέρ, και έλεγε ότι “…σε μια πολιτεία και κοινωνία ανεξίθρησκη […] το βασικό για να είσαι μέλος της δεν είναι η κοινή ρίζα και καταγωγή αλλά το κοινό μέλλον“.

Αφού λοιπόν δε μπορούμε να βρούμε ή έστω να συμφωνήσουμε στην απόλυτη αλήθεια, μπορούμε έστω να συμφωνήσουμε στα σημεία στα οποία διαφωνούμε και να δεχτούμε ότι υπάρχουν δύο διαφορετικές απόψεις και ερμηνείες. Αυτό χρειάζεται γενναιότητα και μεγαλοψυχία. Στο κάτω-κάτω αυτή η πολυφωνία είναι η μόνη απόλυτη αλήθεια. Κι έπειτα, ως μια πολυπολιτισμική χώρα, που πλέον εκ των πραγμάτων είμαστε, και μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο που μοιάζει να είναι η πιο ευρεία συναίνεση που έχουμε πετύχει μέχρι τώρα, να συμφωνήσουμε στο κοινό μέλλον στο οποίο θέλουμε να στοχεύσουμε.

Τα υπόλοιπα που ακούγονται τις μέρες αυτές περί εθνικής συνείδησης, με αφορμή τη δήλωση της Υπουργού Παιδείας Νίκης Κεραμέως είναι είτε επαναλήψεις αυτονόητων πραγμάτων (ναι το Σύνταγμα μιλά για εθνική συνείδηση μέσω της παιδείας αλλά δε λέει πώς) είτε μικροπολιτική (να πάρουμε αυτό που είπε η Κεραμέως και να το ξεχειλώσουμε για την καθημερινή αντιπαράθεση).

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
5 Ιουλίου, 2019

Όπως είναι γνωστό, στις προηγούμενες εκλογές, τις ευρωεκλογές 2019, ψήφισα και υποστήριξα Το Ποτάμι, γιατί ήταν ένα κόμμα ιδεολογικά πολύ κοντά σε αυτά που πιστεύω και γιατί είδα μέσα του ανθρώπους ικανούς, μορφωμένους, ήπιους, όχι επαγγελματίες πολιτικούς αλλά προσηλωμένους σε συγκεκριμένους στόχους. Το Ποτάμι δυστυχώς δεν υπάρχει πια και είναι πολύ-πολύ κρίμα να χάνεται ακόμη μία υγιής πολιτική φωνή, ενώ άλλες, αρρωστημένες και ακραίες διατηρούν τα ποσοστά (Χρυσή Αυγή) τους ή ξεπετάγονται από το πουθενά (Ελληνική Λύση). Το πουθενά δεν υπάρχει βέβαια, κάπου ήταν όλοι αυτοί είτε κρυμμένοι είτε λουφαγμένοι και συχνά τους επιτρέπαμε να υπάρχουν (ΛΑΟΣ).

Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μου τώρα.

Στις εκλογές αυτές, και σε κάθε εκλογές, θεωρώ υποχρέωσή μου να συμμετέχω. Ιερή υποχρέωση. Ίσως γιατί έχω πιστέψει ότι η δημοκρατία δεν είναι κάτι που θα πρέπει να παίρνουμε ως δεδομένο, ίσως γιατί έχω προλάβει τις διηγήσεις παλαιοτέρων για εποχές όπου η δημοκρατία ήταν ακόμη ζητούμενο, ίσως γιατί έχω διαβάσει και πέντε πράγματα. Τι κάθομαι και απολογούμαι όμως για τα αυτονόητα; Στις εκλογές οι πολίτες οφείλουν να συμμετέχουν.

Η αποχή είναι πολιτική πράξη.

Όμως αυτό δεν είναι υποχρεωτικό και αυτό είναι μέρος της δημοκρατικής διαδικασίας. Μπορείς να μη συμμετέχεις. Αυτή η πράξη είναι με τον τρόπο της και πάλι πολιτική. Λέει ότι αδυνατείς ή δεν επιθυμείς να συμμετέχεις. Δυστυχώς με μια αποχή δε μπορείς να ξεχωρίσεις το ένα από το άλλο και το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Λες σε αυτούς που θα συμμετέχουν ότι δέχεσαι την όποια απόφαση λάβουν ερήμην σου. Σα να λες, αποφασίστε εσείς τι θα παραγγείλουμε κι εγώ θα είμαι εκεί στις 10 για να το φάμε μαζί. Μπορεί να σου αρέσει, μπορεί και όχι. Μπορεί και να αισθάνεσαι ασφαλής ότι αποκλείεται να μη σου αρέσει τόσο πολύ, που τελικά να μετανιώσεις που δεν ήσουν εκεί, όταν λαμβανόταν η απόφαση.

Η συμμετοχή είναι ιερή υποχρέωση.

Εφόσον, επομένως, αποφασίζω να συμμετέχω πρέπει να πάρω μια απόφαση. Και εφόσον Ποτάμι πλέον δεν υπάρχει κοιτάω τις επιλογές που έχουν απομείνει. Δεν τις κοιτώ όλες. Κάποιες είναι ήδη πολύ ακραίες για να τις εξετάζω καν. Ιδεολογικά έχω κάποια συγγένεια με το ΣΥΡΙΖΑ, κυρίως σε θέματα κοινωνικά, ανθρωπίνων δικαιωμάτων κλπ, τα οποία θεωρώ θεμελιώδη. Δυστυχώς, αυτός ο ΣΥΡΙΖΑ απέτυχε παταγωδώς στην οικονομία, όχι πιο παταγωδώς από τους προηγούμενούς του, αλλά αρκετά παταγωδώς για να μην μπορώ να τον στηρίξω. Έκανε και μερικά καλά με αποκορύφωμα τις Πρέσπες. Αλλά πολύ λίγα. Τον συμπονάω που δέχθηκε τόση επίθεση από παντού, σε βαθμό που να αποκτά νόημα η έννοια “συστημικά μέσα”. Πραγματικά όλο το σύστημα κλώτσησε από την πρώτη μέρα με ατάκες τύπου “αριστερής παρένθεσης”, έως και την τελευταία με τη γελοία επιστροφή στην “κανονικότητα”. Αλλά η συμπόνοια δεν είναι αρκετή.

Νέα Δημοκρατία θα μπορούσα να ψηφίσω, παρόλο που ιδεολογικά απομακρύνομαι από τις πεποιθήσεις μου, αν ήταν πράγματι ένα δεξιό και φιλελεύθερο κόμμα. Δεν είναι φιλελεύθερο κόμμα, αν και έχει μερικούς φιλελεύθερους μέσα της. Αυτοί έχω την αίσθηση είναι ότι βρίσκονται εκεί γιατί θέλουν να υπάρχουν σε ένα χώρο μεγάλο και με προοπτικές διακυβέρνησης και όχι στα όρια της εισόδου στη βουλή. Πόσο κακό κάνουν στους πραγματικούς φιλελεύθερους δεν το συλλογίζονται!

Όμως για μένα η ΝΔ είναι ένα κόμμα δεξιό με την παραδοσιακή ελληνική έννοια, φθαρμένο και διεφθαρμένο και συνυφασμένο με τη διαπλοκή. Βρίσκω θλιβερά φαινόμενα όπως όταν Κυριάκος Μητσοτάκης επιβεβαιώνει με κάθε τρόπο και σε κάθε τόνο ότι κανένα επίδομα δε θα χαθεί στο δημόσιο και καμία θέση εργασίας δε θα χαθεί, χωρίς να λέει ότι στην πράξη απλά δε θα κάνει καμία μεταρρύθμιση, ότι απλά παίρνει τη σκυτάλη από τον Αλέξη Τσίπρα. Ο Κυριάκος είναι για μένα ένας γόνος κωλοτούμπας, πρώην αντιμνημονιακός που συμβολίζει την πολιτική μας φτώχεια να αναδείξουμε καλούς νέους πολιτικούς. (Μη σκάτε, δε λέω ότι ο Αλέξης Τσίπρας είναι το αντίβαρο σε αυτό. Καθόλου!)

Θα μπορούσα να συλλογιστώ να ψηφίσω κόμματα, όπως  η Δημιουργία Ξανά, στην οποία βρίσκω πολλές ιδέες με τις οποίες συμφωνώ και σχετίζονται με την οικονομία, από τη μια, και τη λειτουργία του κράτους από την άλλη. Όμως βλέπω ότι και αυτές οι ιδέες περιβάλλονται πλέον από διάφορα στοιχεία λαϊκισμού κι εύκολων προσεγγίσεων και σίγουρα έχω ενοχληθεί πολύ από την αντιμετώπισή της στο προσφυγικό και την παγερή σιωπή της σε θέματα κοινωνικά. Φιλελεύθερος δε μπορεί να είσαι μόνο με μια ελεύθερη οικονομία. Η ελεύθερη οικονομία είναι εργαλείο και όχι στόχος. Εντωμεταξύ, η Δημιουργία Ξανά κλείνει συνεχώς το μάτι στη ΝΔ λέγοντας με κάθε ευκαιρία ότι θα ήταν μαζί της αν η τελευταία ήταν λίγο πιο φιλελεύθερη.

Το ΚΙΝΑΛ, που θεωρητικά θα ήταν συγγενικό σε πολλές βασικές μου πεποιθήσεις είναι μια οικτρή απογοήτευση. Κι εκεί το δαχτυλίδι περνάει από γιο σε κόρη κοκ και μάλιστα με έναν απίστευτο καιροσκοπισμό που αυτή τη στιγμή λέει πως υπερηφανευόμαστε που είμαστε εκλογικά πάνω από τη Χρυσή Αυγή κι ευχόμαστε με όλη μας την ψυχή να βγάλει η ΝΔ αυτοδυναμία, μην τυχόν και μας ζητηθεί μετά να συνεργαστούμε μαζί της. Να βγάλει αυτοδυναμία, να κυβερνήσει, να φθαρεί να πάρουμε σειρά μετά. Ίσως η πιο θλιβερή στρατηγική.  Άλλα κόμματα δεν τα σκέφτομαι καν.

Το μη χείρον βέλτιστον;

Πολλοί με τους οποίους συνομιλώ όλα αυτά τα χρόνια πιστεύουν ότι πρέπει να είμαστε ρεαλιστές και ότι πρέπει να επιλέγουμε την καλύτερη δυνατή λύση και ότι η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού. Καταρχάς, αυτή η χρήσιμη τελευταία ατάκα εδώ διαστρεβλώνεται. Τέχνη του εφικτού είναι να προσπαθείς να κάνεις το εφικτό όσο πιο καλό γίνεται και όχι να συμβιβάζεσαι με οτιδήποτε είναι εφικτό με προφανή και ρηχό τρόπο ανά πάσα στιγμή.

Επιπλέον, πιστεύω ότι με αυτή την “τέχνη του εφικτού” καταλήξαμε να βρισκόμαστε εδώ που βρισκόμαστε σήμερα. Αν ανατρέξετε στις τελευταίες δεκαετίες και ειδικότερα στα τελευταία χρόνια της κρίσης θα δείτε ότι μονίμως επιλέγαμε αυτό που θεωρούσαμε ως “μη χείρον βέλτιστον”. Αυτή η αντιμετώπιση φτώχυνε απίστευτα την πολιτική μας ζωή, με αποτέλεσμα σήμερα να βρίθει από γόνους και λαϊκιστές, ενώ οι πέντε άνθρωποι που έχουν πολιτική βούληση και όρεξη για δουλειά να βρίσκονται στο περιθώριο ή να τα παρατάνε απογοητευμένοι. Αν επιλέξουμε και τώρα το υποτιθέμενο “εφικτό” ή το μη χείρον βέλτιστον, ως μια βραχυπρόθεσμα οριακά θετική λύση, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να εξασφαλίσουμε τη διαιώνιση του ίδιου προβλήματος.

Τι θα ευχόμουν;

Ιδανικά θα ευχόμουν μια περίοδο ευρείας πολιτικής συναίνεσης, με προγραμματικές συμφωνίες που να έχουν στόχο στην αναδιάρθρωση της λειτουργίας του κράτους, τη μείωση του μεγέθους του, τη μεγαλύτερη δυνατή αξιοποίηση της τεχνολογίας σε αυτό και φυσικά μια περίοδο δυνατών κινήτρων για την υπόλοιπη οικονομία με χαμηλή φορολογία για τις επιχειρήσεις. Και παγκόσμια ειρήνη! 🙂

Καταλαβαίνω ότι η ευρεία πολιτική συναίνεση έχει αυτή τη στιγμή πάει περίπατο, ειδικά μετά από μια τόσο μακροχρόνια περίοδο οξέων διχασμών: πρώτο μνημόνιο, δεύτερο μνημόνιο, δημοψήφισμα, τρίτο μνημόνιο, Πρέσπες, για να αναφέρω μόνο τις πολύ χαρακτηριστικές στιγμές, μιας και κάθε ημέρα σχεδόν των τελευταίων χρόνων ήταν ημέρα πόλωσης. Και πλέον δε με νοιάζει καθόλου μα καθόλου ποιος το ξεκίνησε. Αφήστε που κανείς δεν το ξεκίνησε πραγματικά πρώτος. Η πόλωση αυτή χάνεται στα βάθη των προηγούμενων δεκαετιών, όταν είχε την ανάγκη να εμφανιστεί μόνο σε κάπως πιο τεταμένες περιόδους, οι οποίες όμως περιβάλλονταν από άλλες, μακρύτερες περιόδους παχιών αγελάδων.

Μια ευρεία πολιτική συναίνεση.

Αυτό που θα ευχόμουν λοιπόν ρεαλιστικά, και εδώ θα είχε νόημα η τέχνη του εφικτού, ως προσπάθεια της καλύτερης δυνατής εκδοχής και όχι του λιγότερο επαχθούς συμβιβασμού, αυτό που θα ευχόμουν λοιπόν, είναι ένα εκλογικό αποτέλεσμα που να εξαναγκάσει τα 2-3 μεγαλύτερα πολιτικά κόμματα να συνεργαστούν. Και, ναι μια χαρά μπορούν να συνεργαστούν και ΝΔ με ΚΙΝΑΛ, αν χρειαστεί, κι ακόμη και ΝΔ με ΣΥΡΙΖΑ. Τα είδαμε αυτά να γίνονται ξανά στο πρόσφατο παρελθόν. Θυμηθείτε πόσο καλά διατράνωναν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ ότι έλαβαν το μήνυμα για συνεργασία το 2012. Και πόσο καλά συνυπήρξαν στην ίδια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.

Αργότερα, κι εφόσον μια τέτοια συνεργασία λειτουργούσε, θα ευχόμουν πραγματικά τη δημιουργία ενός υγιούς και φιλελεύθερου, σοβαρού κεντροαριστερού πόλου, όχι σαν το λαϊκιστή ΣΥΡΙΖΑ ή το πάμφτωχο ΚΙΝΑΛ, ο οποίος να επιδιώξει μια καλή ισορροπία ανάμεσα σε ένα μικρό και λειτουργικό κράτος που στηρίζει την ελεύθερη οικονομία αλλά δεν χάνει καθόλου την εστίασή του σε κοινωνικά θέματα. Αυτή τη στιγμή αυτός ο πόλος λείπει πολύ.

Οι θεσμοί!

Δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε από την όποια περίοδο αστάθειας. Είχαμε τέτοιες περιόδους και εν μέσω της μεγαλύτερη οικονομικής κρίσης και επιβιώσαμε. Ας γίνουν και μία και δύο και τρεις εκλογές. Η δημοκρατία πράγματι δε φοβάται αδιέξοδα. Και είναι πολύ βρώμικο να επικαλείται κανείς την όποια αστάθεια ή ακυβερνησία μόνο και μόνο για να επιδιώξει είτε την αυτοδυναμία είτε το να κρυφτεί πίσω από την σκιά της αυτοδυναμίας του άλλου. Δεν έχουμε τίποτα να φοβόμαστε από την απλή αναλογική. Διάολε, αυτό είναι δημοκρατία, η κάθε ψήφος να είναι ισότιμη! Πώς μπορούμε καν αν το αμφισβητούμε αυτό; Αυτό που μας εγγυάται τη σταθερότητα είναι αυτό που μας την εγγυήθηκε ευτυχώς με επιτυχία και όλα αυτά τα χρόνια: οι θεσμοί και συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Τι θα ψηφίσω.

Συστήνω λοιπόν, και αυτό θα πράξω ο ίδιος, να ψηφίσει ο καθένας μας κατά βούληση και χωρίς να τρομοκρατείται από τακτικισμούς. Να ψηφίσει ιδεολογικά και ψύχραιμα αυτόν που πιστεύει ότι είναι ο καλύτερος. Κι εύχομαι το αποτέλεσμα να μπορέσει να φέρει μια κατάσταση αναγκαστικής συνεργασίας στα μεγάλα κόμματα και να λάβουν και αυτή τη φορά το μήνυμα ότι η χώρα είναι πιο σημαντική από αυτά. Έστω και τώρα, γίνεται!

Για μένα σε αυτές τις εκλογές η επιλογή είναι το λευκό. Όπως εξήγησα και πριν, αδυνατώ να επιλέξω κάποιο από τα υπάρχοντα κόμματα χωρίς να αισθάνομαι ότι προδίδω κάτι σημαντικό για μένα. Να εξομολογηθώ ότι από τα παραπάνω κόμματα και δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης αισθάνομαι κοντινότερη -στις επιδιώξεις μου τουλάχιστον- τη Δημιουργία Ξανά και, ναι, αν σας χαλάει το λευκό που σας προτείνω, ψηφίστε αυτήν. Εγώ εξήγησα τις αντιρρήσεις μου σχετικά.

Λευκό.

Λευκό σημαίνει ότι θέλω να συμμετέχω στην εκλογική διαδικασία, έχω άποψη αλλά δε μπορώ να δώσω την έγκρισή μου σε καμία από τις υπάρχουσες επιλογές. Λευκό σημαίνει και ψήφος διαμαρτυρίας! Σε καμία περίπτωση δε σημαίνει ότι δεν ενδιαφέρομαι. Αντιθέτως, μάλλον ενδιαφέρομαι πολύ, για να κάνω τον κόπο να πάω να ψηφίσω το λευκό, ενώ θα μπορούσα ωραιότατα να απέχω. Ιούλιος είναι και οι παραλίες είναι πολύ ωραίες στην Εύβοια όπου θα βρίσκομαι.

Φυσικά το λευκό για να δώσει και ένα παραπάνω μήνυμα θα πρέπει να έχει και δύναμη. Μερικές χιλιάδες λευκές ψήφοι δεν αλλάζουν κάτι. Σύμφωνοι! Εντός της δημοκρατικής διαδικασίας θα το δεχτώ αυτό, θα εμπιστευτώ τους θεσμούς και την επιλογή των υπολοίπων. Εμπιστεύομαι αλλά δεν εγκρίνω. Δεν ελπίζω τίποτα το ουσιωδώς διαφορετικό από κανέναν υποψήφιο, διαφορετικά, ναι, θα επέλεγα τον ένα έναντι του άλλου. Αυτό λοιπόν θέλω και να δηλώσω με την ψήφο μου. Αρκετά πολλά λευκά μπορούν να δώσουν το μήνυμα. Εντωμεταξύ έχω την πίστη μου στους θεσμούς και τη σταθερότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | 2 σχόλια
8 Ιουνίου, 2019

Πολλοί άνθρωποι ενοχλούνται από το pride, τους vegan, κλπ και γενικά από ανθρώπους πιστεύουν σε κάτι που θεωρούν δίκαιο και ενεργούν για να το πετύχουν. Ξεβολεύονται. Αισθάνονται αυτόματα ότι απειλείται ο ζωτικός τους χώρος το comfort zone τους. Αντιδρά εκείνο το παλιό κομμάτι του εγκεφάλου μας που λέει πρόσεχε, κάτι διαφορετικό συμβαίνει, πιθανός κίνδυνος. Τους κατηγοριοποιούν σε μια γενική κατηγορία “ακτιβιστές” όπου όλοι αυτοί μαζί απειλούν τη ζωή όπως την ξέραμε και την καθαρότητα των σωματικών μας υγρών.

Αυτό το κομμάτι του εγκεφάλου υποσυνείδητα τους λέει ότι το pride έχει ξεπεράσει τα όρια, ότι τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα διεκδικούν κάτι που δεν τους ανήκει, γιατί τελοσπάντων ό,τι ήταν να διεκδικήσουν το κέρδισαν ήδη και φτάνει πια ή ότι θέλουν να μας κάνουν όλους ή κιτς ή γκέι ή και τα δύο, λες και αυτά τα δύο είναι ντε και καλά αλληλένδετα ή λες και θα είχε καμιά σημασία ακόμη και αν ήταν αλληλένδετα.

Αυτό το κομμάτι του εγκεφάλου μας υποσυνείδητα τους λέει αντίστοιχα ότι οι vegan θέλουν να μας επιβάλουν τις δικές τους διατροφικές συνήθειες, έρχονται ως μια θρησκευτική αίρεση για να μας καταλάβουν, επειδή μας επισημαίνουν μερικά επιχειρήματα ηθικά, διατροφικά, περιβαλλοντικά, στα οποία εγώ τουλάχιστον δεν έχω βρει πειστικά αντεπιχειρήματα πέρα από το “πρέπει να ξεβολευτώ πολύ”. Μας ενοχλεί και μόνο που τα ακούμε τα επιχειρήματα αυτά.

Δείτε στο παρακάτω διάγραμμα από μελέτη της ΕΕ για τα ΛΟΑΤΚΙ άτομα το  εξής ενδιαφέρον: Ενώ τα ποσοστά για διακρίσεις και αρνητική συμπεριφορά κλπ είναι ήδη πολύ σημαντικά και ανησυχητικά, έρχεται το τέταρτο ερώτημα, όπου 96% των ερωτηθέντων, πρακτικά όλοι (!) δηλαδή, απαντούν ότι έχουν ακούσει συχνά ή συνεχώς (!) αρνητικά σχόλια στο χώρος της εκπαίδευσης για ΛΟΑΤΚΙ άτομα. Δηλαδή, είναι να απορεί κανείς που τα προηγούμενα στατιστικά είναι τελικά τόσο χαμηλά!

https://www.facebook.com/kefim.org/photos/a.225106540857557/2499321790102676/

Ας ξεβολευτούμε λίγο

Ας σταματήσουμε λοιπόν να ακούμε τον παλιό μας εγκέφαλο και ας σκεφτούμε με το νέο. Και ας αναρωτηθούμε τι είναι τελικά το φυσιολογικό και τι είναι το αφύσικο. Καλώς ή κακώς όλα τα παράγει η φύση και ο προσδιορισμός φυσικό και αφύσικο έχει μόνο στατιστική και επιστημονική αξία. Χρειάζεται ξεβόλεμα για να το καταφέρουμε αυτό, χρειάζεται προσπάθεια. Το μόνο εύκολο είναι να μείνουμε καρφωμένοι στις θέσεις μας.

(Στο σημείο αυτό να κάνω μια παρένθεση. Μίλησα για φύση και φυσικότητα. Το να είναι κάποιος -ή να μην είναι- γκέι είναι κάτι φυσικό. Προκύπτει από τη φύση. Καλό ή κακό δεν ξέρω αλλά είναι φυσικό. Που, και να μην ήταν φυσικό, η πολιτισμένη αντίδρασή μας θα ήταν να το θεωρήσουμε κάτι φυσικό. Πχ όπως θεωρούμε έναν άνθρωπο με κομμένο πόδι. ΟΚ, δεν είναι κυριολεκτικά φυσικό να έχεις κομμένο πόδι, αλλά θα σου φερθούμε σα να είσαι ίδιος με εμάς. Στην περίπτωση δε του ανθρώπου με το κομμένο πόδι θα κάνουμε και πέντε πράγματα για να του διευκολύνουμε και τη ζωή, να την κάνουμε όσο το δυνατόν πιο φυσιολογική, αφού λέμε ότι είμαστε πολιτισμένοι.

Στο ίδιο πλαίσιο, λοιπόν, έχει αναφερθεί και το αντεπιχείρημα ότι, αφού είναι όλα φυσικά, ε, φυσικές είναι και οι αρρώστιες και οι ψυχασθένειες κλπ. Άρα παραλληλίζουμε αυτομάτως το σεξουαλικό προσανατολισμό με μια ασθένεια. Το προφανές λάθος εδώ είναι ότι, ναι μεν οι ασθένειες κι οι ψυχασθένειες είναι κάτι το φυσικό, γιατί η φύση τις παράγει κι αυτές, αλλά είναι και κάτι το ανεπιθύμητο, γιατί μας κάνουν κακό και η φύση μας έχει προγραμματίσει να αντιδρούμε σε αυτό που μας πονάει και μας σκοτώνει. Το επιχείρημα αυτό τελικά είναι διπλά κακό, γιατί προέρχεται από ανθρώπους που χρησιμοποίησαν τη λογική τους, άρα έχουν καμπόση από δαύτη, για να το παράξουν και τους χρεώνω όχι μόνο λάθος αλλά και πρόθεση. Ας κλείσω την παρένθεση.)

Πέρυσι πρόλαβα να περάσω μια βόλτα, φέτος τρέχουμε για τα WordCamps και χρόνος μηδέν!

Τι είναι pride;

Pride δε σημαίνει ότι είμαι περήφανος που είμαι γκέι ή που είμαι λεσβία. Αυτό θα ήταν σα να λέμε ότι είμαι περήφανος που είμαι μαυρομάτης ή που είμαι 1.75 ύψος ή που είμαι αριστερόχειρας. Pride σημαίνει είμαι περήφανος που είμαι αυτό που είμαι και, σας παρακαλώ, να με αφήσετε να είμαι αυτό που είμαι ελεύθερα και ισότιμα.

Κι ας μην ξεχνάμε ότι η διαφορετικότητα έχει πολλές εκφάνσεις. Δεν είναι μόνο το φύλο και η σεξουαλική κατεύθυνση. Είναι και η καταγωγή, ο θρησκευτικός προσανατολισμός, η γλώσσα, η εργασία, η εμφάνιση και οτιδήποτε χαρακτηρίζει έναν άνθρωπο και αποτελεί βασικό στοιχείο της προσωπικότητάς του.

Φυσικά, πάντοτε ισχύει πως η ελευθερία του ενός σταματά εκεί που αρχίζει η ελευθερία του άλλου. Ωραίο τσιτάτο αυτό και έχει σωστή βάση! Αλλά προτιμώ να εστιάζω και στο κοινό πεδίο, όπου η ελευθερία του ενός και του άλλου μπορούν να συνυπάρχουν και όχι απλά να υπάρχουν η μία ταμπουρωμένη απέναντι στην άλλη.

Αριστερά ένας γκέι και δεξιά ένας χοντρός μουσάτος που άλλαξαν την ιστορία της επιστήμης των υπολογιστών και τους οφείλεις εν μέρει σχεδόν κάθε πάτημα πλήκτρου στο πληκτρολόγιό σου και κάθε κλικ στο ποντίκι σου.

Live and let live

Μόνο το ένα από τα δύο δεν αρκεί! Και δεν αρκεί δυστυχώς να το δέχεσαι ή να το αποδέχεσαι ή να το ανέχεσαι. Αν το πιστεύεις, δεν αρκεί να αφήνεις τον άλλο να ζήσει τη ζωή του, πρέπει και να κάνεις ό,τι περνάει από το χέρι σου, ώστε να εξασφαλίσεις ότι μπορεί και αυτός να ζήσει τη ζωή του. Πρέπει να ξεβολευτείς.

[Όλες οι φωτογραφίες είναι ελεύθερες πνευματικών δικαιωμάτων.]

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, ήμουν εκεί, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | 2 σχόλια
25 Μαΐου, 2019

Άμπαλοι νουμπάδες φορτναϊτάδες

Να ψηφίζουν οι 17χρονοι; Αδιάφορο. Το ίδιο άμπαλοι νουμπάδες είναι με τους 18χρονους και τους 20χρονους, αλλά τελοσπάντων κάπου πρέπει να βάλουμε ένα λογικό όριο και να τελειώνουμε. Προσωπικά δε θα με ενοχλούσε και αν ανέβαινε λιγάκι αυτό το όριο ηλικίας, προς τα 21 χρόνια. Είναι ώρα όμως αυτή να ασχολούμαστε με τέτοια θέματα; Ε, όχι! Το μόνο σίγουρο είναι ότι η συζήτηση για τους 17χρονους γίνεται με καθαρά ψηφοθηρικούς όρους.

Να ψηφίζουν οι ξένοι που μένουν στην Ελλάδα; Ναι, και κακώς τους είπα ξένους. Να βάλουμε μερικά χαλαρά κριτήρια (πχ έτη παραμονής στη χώρα, καθαρό ποινικό μητρώο, καθαρό φορολογικό μητρώο) και να ψηφίζουν κι αυτοί. Όποιος έχει μακροπρόθεσμα τα συμφέροντά του και τις υποχρεώσεις του και το μέλλον του σε αυτό τον τόπο δικαιούται και πρέπει να ψηφίζει. Τους επί μέρους όρους τους συζητάμε. Προσοχή στο “μακροπρόθεσμα” και προσοχή, αυτό θα ισχύει και αντίστροφα, ως προς την άρση του δικαιώματος.

Να ψηφίζουν οι Έλληνες του εξωτερικού. Ε, από ένα σημείο και πέρα όχι. Δεν είναι κακό. Οι άνθρωποι έχουν κάνει τις επιλογές τους. Ισχύει ό,τι και στο προηγούμενο αντιστρόφως. Αν κάποιος δεν έχει τα μακροπρόθεσμα συμφέροντά του, τις υποχρεώσεις του, τη ζωή του και το μέλλον του σε αυτό τον τόπο, γιατί να θέλει καν να ψηφίζει εδώ! Άμα ξανάρθει βεβαίως. Και τους επί μέρους όρους να τους συζητήσουμε.

Δε θα πρέπει να βλέπουμε αυτά τα επιχειρήματα συναισθηματικά. Δε μιλάμε για τον φοιτητή που λείπει 4 χρόνια για να σπουδάσει κι επιστρέφει ή τον προσωρινό οικονομικό μετανάστη, που έχει μεν τη ζωή του στην Ελλάδα αλλά βγάζει το ψωμί του έξω κι επιθυμεί με κάθε ευκαιρία να επιστρέψει. Και μάλλον θα το κάνει κιόλας. Το ερώτημα είναι ποιος έχει το δικαίωμα και την υποχρέωση ταυτόχρονα να αποφασίζει για το μέλλον ενός τόπου.

[Featured image credit: https://www.pexels.com/@kat-wilcox-329096]

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, διαδίκτυο, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | 3 σχόλια
24 Μαΐου, 2019

Καιρό έχω να γράψω κάτι στο blog, κυρίως γιατί μας φάγανε τα WordCamps και τα σεμινάρια και οι δουλειές. Όμως οι εκλογές είναι πάντοτε ένα πολύ σοβαρό θέμα. Γι’ αυτό και το πρώτο πράγμα που έχω να σου πω είναι να πας να ψηφίσεις. Ξέρω ότι έχεις πολλούς λόγους να θες να μην πας. Βαριέσαι, δεν πιστεύεις σε κανέναν και σε τίποτα, δεν πιστεύεις ότι η ψήφος σου μπορεί να αλλάξει κάτι.

Αν δεν έχεις άλλο λόγο να σου δώσω τρεις ελάχιστους: 1) Αν δεν πας εσύ θα πάνε κάποιοι άλλοι. Κάποιοι που μπορεί να πιστεύουν ότι η γνώμη τους έχει μεγαλύτερη σημασία από τη δική σου. Και θα έχει, αν δεν πας εσύ να ψηφίσεις. 2) Τα πράγματα είναι τόσο άσχημα που έχουμε πλέον να χάσουμε πολλά και να ανακτήσουμε ακόμη περισσότερα. Το να μειωθεί η δύναμη ακραίων κομμάτων, όπως η Χρυσή Αυγή, είναι δυστυχώς ένας σοβαρός λόγος. 3) Το να δείξεις ότι ενδιαφέρεσαι για την ενωμένη Ευρώπη και τις αξίες της, ακόμη και αν δε σου αρέσει όπως είναι τώρα και την οραματίζεσαι καλύτερη, είναι ακόμη ένας.

Το να μην πας να ψηφίσεις δεν είναι απολύτως τίποτα!

Και τι να ψηφίσεις; Δύσκολη απόφαση. Αν δεν ανήκεις κάπου εκ πεποιθήσεως μάλλον θα είσαι απογοητευμένος. Αν ανήκεις ή ανήκες κάπου λογικά θα είσαι διπλά απογοητευμένος. Αν δεν είσαι απογοητευμένος, να το κοιτάξεις. Ίσως κάνεις το λάθος να νομίζεις ότι το πρόβλημα της χώρας είναι η τρέχουσα κυβέρνηση. Ότι αυτή είναι που πρέπει να φύγει και μετά όλα θα πάνε καλά μοιραία κι από μόνα τους. Αυτή η κυβέρνηση καλό είναι να φύγει, αλλά σε καλώ να μην ξεχάσεις τους προηγούμενους που φιλοδοξούν να γίνουν και επόμενοι χωρίς να έχουν προηγουμένως αλλάξει.

Δε σου μένουν πολλές επιλογές. Σε αυτές τις ευρωεκλογές σου προτείνω να ψηφίσεις το Ποτάμι, γιατί είναι η πιο ήπια και συνεπής πολιτική δύναμη αυτή τη στιγμή, με την πιο θετική και ψύχραιμη πολιτική άποψη, που προσπαθεί να συγκεράσει απόψεις τόσο φιλελεύθερες όσο και κοινωνικές αλλά, το κυριότερο, με σαφή και υγιή ευρωπαϊκό προσανατολισμός. Kαι, ναι, αυτό περιλαμβάνει την υπεύθυνη στάση του στα προηγούμενα μνημόνια αλλά και στη συμφωνία των Πρεσπών.

Κανείς δεν είναι τέλειος, όμως οι αποφάσεις πρέπει να ληφθούν και να υπάρχει επόμενη μέρα. Αυτό θα αφορά και τις εθνικές εκλογές που σύντομα έρχονται και όπου χρειαζόμαστε, εκτός από πρώτο κόμμα, και ένα-δυο άλλα με τα οποία αυτό θα συνεργαστεί για να βγάλει κυβέρνηση και, ελπίζω, να παίξει θετικό και ρυθμιστικό ρόλο.

Σε αυτές τις εκλογές προτείνω να ψηφίσεις το Ποτάμι.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | 1 σχόλιο
28 Οκτωβρίου, 2018

Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει λέμε πολύ χαρακτηριστικά. Οι Άγγλοι λένε ότι η πένα είναι δυνατότερη από το ξίφος για τον ίδιο λόγο. Αλλά, όσο δυνατή κι αν είναι η γλώσσα, έχουμε το δικαίωμα να την ποινικοποιήσουμε; Να την επιβάλλουμε; Να τη διορθώσουμε άνωθεν, νομοθετικά; Απλή απάντηση δεν υπάρχει γιατί και ποινικοποιημένη είναι η γλώσσα (υπάρχει και εξύβριση και συκοφαντική δυσφήμιση κι απ’ όλα) αλλά και επιθυμούμε να είμαστε μια δημοκρατική, φιλελεύθερη χώρα όπου κανείς να μην καθορίζει πώς θα μιλάμε. Μην είναι η αλήθεια κάπου ενδιάμεσα; Πού είναι αυτό το σημείο;

Πρόσφατα στο φως της δημοσιότητας ήρθαν έγγραφες αναφορές των Εισαγγελιών Ηρακλείου και Πειραιά προς τις Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (στην αναφορά της δεύτερης συμπεριλαμβανόταν και ο αρχισυντάκτης της εφημερίδας “Κοινωνική“) που περιείχαν συστάσεις για την “αποφυγή της χρήσης της λέξης λαθρομετανάστης” όταν αναφέρονται σε “υπήκοο τρίτης χώρας που έχει εισέλθει στο ελληνικό έδαφος χωρίς τις νόμιμες διατυπώσεις” και να προτιμούνται όροι όπως “παράτυπα εισερχόμενος στη χώρα, μετανάστης, πρόσφυγας, οικονομικός μετανάστης, αιτών άσυλο” έτσι ώστε να “να αποτραπεί η χρήση μειωτικών για την προσωπικότητα των ανθρώπων χαρακτηρισμών” αλλά και “να αποφευχθούν φαινόμενα ξενοφοβίας και ρατσισμού“.

(Δε γνωρίζω γιατί η δεύτερη αναφορά συμπεριλαμβάνει τον αρχισυντάκτη της εφημερίδας Κοινωνική. Πιθανώς η εφημερίδα αυτή αναφέρθηκε έντονα ή τακτικά στον όρο λαθρομετανάστης. Αυτή τη στιγμή πάντως οι αναφορές στην ιστοσελίδα της σε αυτό τον όρο είναι ελάχιστες, αν και υπάρχει μια ετικέτα (tag) με το όνομα lathrometanastes. Είναι πιθανό βέβαια οι αναφορές να έχουν αφαιρεθεί ή διορθωθεί εντωμεταξύ. Επίσης είναι πιθανόν να είχε προηγηθεί κάποια καταγγελία. Βέβαια, μέχρι εκεί αντέχω και την παρέμβαση μιας εισαγγελίας στον τύπο: στα όρια μιας σύστασης. Οτιδήποτε παραπάνω οπωσδήποτε θα ξεπερνούσε τα όρια.)

Ακόμη, να προσθέσω ότι οι αναφορές αυτές των Εισαγγελιών φαίνεται πώς έγιναν έπειτα από έγγραφο αίτημα του Υπουργού Δικαιοσύνης στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, η οποία, δηλώνοντας ρητά ότι συμφωνεί, το μεταβίβασε με τη σειρά της στις Εισαγγελίες Πρωτοδικών. Θα χαμογελάσω σε όποιον ισχυριστεί ότι το δικαστικό μας σώμα εμφορείται από ιδέες φιλικές προς την τρέχουσα κυβέρνηση.

Καταρχάς, τίθεται το ερώτημα, αποτελούν τα παραπάνω επιβολή του κράτους πάνω στη γλώσσα των πολιτών, πάνω στον τρόπο που μιλάνε; Φαίνεται πως οι απόψεις διίστανται. Υπάρχουν αυτοί που πιστεύουν πως και μόνο που το κείμενο αυτό προέρχεται από μια κρατική οντότητα, με θέση ισχύος, αποκτά αυτομάτως δύναμη μεγάλη. Ότι είναι μια προσπάθεια επιβολής από πάνω προς τα κάτω, ένα αντιφιλελεύθερο δείγμα γραφής των κυβερνώντων. Ο αντίλογος λέει ότι ότι το κείμενο αυτό δεν αποτελεί παρά μια σύσταση από μια κρατική οντότητα προς μια άλλη και μάλιστα για ένα θέμα ανθρωπίνων δικαιωμάτων που θα έπρεπε να μας ευαισθητοποιεί όλους.

Συντάσσομαι περισσότερο με τη δεύτερη άποψη, όχι γιατί παραγνωρίζω πως η σύσταση αυτή μοιάζει εκ πρώτης όψεως να έχει αρκετά ηθικολογικό χαρακτήρα, και η ηθικολογία δε μας αρέσει άμα θέλουμε να είμαστε φιλελεύθεροι, αλλά γιατί αυτό δεν είναι ένα σύνηθες φαινόμενο από το οποίο μπορούμε να εξάγουμε γενικά συμπεράσματα περί επιβολής και ανελευθερίας. Μάλλον αυτοί που τα εξάγουν ωθούνται είτε από πολιτικά ελατήρια είτε από υπέρμετρο και κάπως τυπολατρικό φιλελευθερισμό. Βέβαια υπήρξαν και αυτοί που διαστρέβλωσαν εντελώς το θέμα (βλ. εικόνες δεξιά) αλλά αυτοί νομίζω ότι ανήκουν την ίδια πλευρά του φάσματος με αυτούς που έδωσαν στον όρο λαθρομετανάστης αρνητικό-προσβλητικό πρόσημο.

Δέχομαι τη σύσταση αυτή σχετικά με τη χρήση του όρου λαθρομετανάστης επειδή:

1. Είναι μια εξαίρεση υπό συγκεκριμένους όρους. Κανείς δε μπορεί να ισχυριστεί ότι είναι συχνό φαινόμενο η δικαιοσύνη (ακόμη και υπό την τρέχουσα κυβέρνηση) να επεμβαίνει για να μας καθορίσει το πώς θα μιλάμε. Εδώ συνέβη υπό συγκεκριμένους όρους και συνθήκες (μειωτικός χαρακτηρισμός, ρητορική μίσους, ανθρώπινα δικαιώματα, κλπ).

2. Κανείς δεν είναι ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Αυτή είναι μια βασική αρχή της δυτικής δικαιοσύνης, που αναδεικνύει κρυστάλλινα και τον ανθρωπισμό και τον φιλελευθερισμό της. Αντίστοιχα, ένας άνθρωπος που έχει εισέλθει στη χώρα μας δίχως χαρτιά δεν είναι εκ των προτέρων λαθρομετανάστης. Μπορεί πράγματι να είναι πρόσφυγας ή αιτών άσυλο. Άρα έχει νόημα στο δημόσιο διάλογο, όταν αναφερόμαστε στις μάζες των αυτές ανθρώπων, να μην τις χαρακτηρίζουμε εκ των προτέρων και συλλήβδην με αυτό το μειωτικό όρο.

3. Είναι ζήτημα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, μιας και η έκφραση έχει φορτιστεί αρνητικά και μειωτικά από ρητορική μίσους ακραίων στοιχείων, όπως είναι στην Ελλάδα η Χρυσή Αυγή. Άλλες λέξεις που έχουν στιγματιστεί στο παρελθόν πολύ αρνητικά: γύφτος, αράπης, πούστης κλπ. Ο καθένας είναι ελεύθερος να τις χρησιμοποιεί, αλλά δε μπορούμε να αρνηθούμε την μειωτική χροιά την οποία πλέον αναπόφευκτα έχουν.

4. Δεν υποκρύπτει πολιτικές σκοπιμότητες, μιας και, αν υπήρχε συνέργεια κράτους και δικαιοσύνης σε αυτό το επίπεδο, θα μπορούσε να έχει γίνει πολύ πιο αποτελεσματικά σε άλλες περιπτώσεις, πχ. βλ. αθώωση Αμβροσίου για ρητορική μίσους και παρακίνηση σε βία. Γιατί να μη τα κάνουν πλακάκια υπουργείο δικαιοσύνης και δικαστές για να φιμώσουν τον Αμβρόσιο, όταν είχαν και το νομικό έρεισμα να το κάνουν, ενώ θα εισέπρατταν πολλές επευφημίες από μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης! Όμως δεν το έκαναν.

5. Η σύσταση δεν απευθύνεται στο ευρύ κοινό, δε θα την είχαμε μάθει καν αν δεν της είχε δοθεί δημοσιότητα, παρά απευθύνεται από όργανα του κράτους σε όργανα του κράτους.

6. Τέλος, όλο αυτό δεν είναι και κάτι τόσο πρωτοφανές.Ήδη η Ευρωπαϊκή Ένωση και ΟΗΕ έχουν αποφασίσει να μην χρησιμοποιούν στα κείμενά τους τον όρο illegal immigrant με αυτό ακριβώς το σκεπτικό. Επιπλέον, έχουμε αντίστοιχα παραδείγματα σε χώρες όπως η Νότια Αφρική, όπου ο μειωτικός όρος Kaffir, όχι μόνο αποδοκιμάζεται αλλά και απαγορεύεται ως λέξη που πλήττει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Αντίστοιχο παράδειγμα έχουμε και στη Νέα Υόρκη, όπου από το 2007 ο όρος nigger έχει συμβολικά απαγορευτεί από το New York City Council.

Θέτω έναν αστερίσκο στην όλη σκέψη μου σχετικά με το κατά πόσο πραγματικά έχει την τυπική αρμοδιότητα η αλυσίδα Υπουργός Δικαιοσύνης > Άρειος Πάγος > Εισαγγελία να προβαίνει σε τέτοιες πράξεις και να κάνει τέτοιες συστάσεις. Αν υπάρχει η οποιαδήποτε παράβαση καθήκοντος, που προϋποθέτει συνέργεια και των τριών αυτών βαθμίδων, τότε αυτομάτως θα συνταχθώ με την άποψη που λέει ότι η πράξη αυτή κακώς έγινε, όσο κι αν συμφωνώ με το περιεχόμενό της.

Βέβαια, οι μέχρι τώρα συζητήσεις στις οποίες έχω συμμετάσχει αλλά και οι αναφορές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η αρθρογραφία που έχω διαβάσει δεν αναφέρουν τίποτα σχετικό, τίποτε που να δείχνει παράβαση καθήκοντος ή κάτι σχετικό. Ακόμη και από τους πιο ένθερμους κατήγορους! Αυτό που αναφέρουν είναι η γενικευμένη άποψη ότι η δικαιοσύνη δεν πρέπει να παρεμβαίνει στο πώς μιλάνε οι πολίτες, επειδή, όπως ισχυρίζονται, αυτό συνέβη στη συγκεκριμένη περίπτωση.

Αν γενίκευα λοιπόν εγώ αυτό που έγινε, θα έλεγα ότι αποδέχομαι την παρέμβαση-σύσταση της δικαιοσύνης στο δημόσιο λόγο και συγκεκριμένα σε θέματα έκφρασης, όταν η παρέμβαση αυτή αφορά στη διασφάλιση ανθρωπίνων δικαιωμάτων κι ακόμη τότε εφόσον παραμένει μια σύσταση και όχι μια επιβολή. Επιβολή νομίζω δεν είδαμε να συμβαίνει σε καμία περίπτωση.

Κλείνοντας, σε έναν άλλο τόνο, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι κάθε τι που λέμε δημόσια είναι μια πολιτική πράξη, η οποία μεγεθύνεται ανάλογα με το μέγεθος του κοινού που μας παρακολουθεί κάθε φορά. Επομένως, άσχετα από όλα τα παραπάνω, που είναι κι αυτά πολιτικά αλλά με έναν άλλο τρόπο, πιο καθημερινό,  ο καθένας μας που μιλάει δημόσια θα πρέπει να αποφασίσει αν επιτρέπει να συντάσσεται γλωσσικά με ανθρώπους σαν και αυτούς που έχουν κατασκευάσει εικόνες όπως αυτή εδώ δίπλα (δεν είναι καν από την Ελλάδα η εικόνα και αμφιβάλλω αν είναι και αυθεντική, αλλά εξυπηρετεί τα επιχειρήματα των κατασκευαστών της) και να δεχθεί ότι η γλώσσα του δεν είναι δική του και αποθηκευμένη σε μια αποστειρωμένη γυάλα. Η γλώσσα είναι κάτι ζωντανό που επηρεάζεται από την εκάστοτε εποχή και τους ανθρώπους που τη χρησιμοποιούν. Ναι, είμαστε ελεύθεροι να τη χρησιμοποιούμε όσο κλινικά ή όσο φορτισμένα θέλουμε αλλά το ίδιο και όλοι οι άλλοι.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια