18 Μαρτίου, 2018

Ο μητροπολίτης Καλαβρύτων Αμβρόσιος αθωώθηκε από τις κατηγορίες για υποκίνηση βίας και μίσους, που τον βάραιναν βάση του λεγόμενου αντιρατσιστικού νόμου. Καλώς και αθωώθηκε. Ο αντιρατσιστικός νόμος είναι ένας νόμος, που, αν και αρχικά μοιάζει να εκφράζει κάτι δίκαιο, δηλαδή την εναντίωση στη βία και το μίσος, τελικά είναι ένας νόμος ηθικολογικός, που ποτέ δεν έχει αξιοποιηθεί για κάτι που έστω και να πλησιάζει τον σκοπό του. Τα πταίσματα που περιγράφει οφείλουμε ως ώριμη και φιλελεύθερη κοινωνία (που θα θέλαμε να είμαστε) να τα αντιμετωπίζουμε στο δημόσιο στίβο και όχι στα δικαστήρια.

Άρα, τόσο ο Αμβρόσιος, όσο και όλοι όσοι βρίσκονται κατηγορούμενοι με βάση αυτό το νόμο, καλό θα είναι να αθωωθούν και επιπλέον να μην ξανακατηγορηθεί κανείς πολίτης εξαιτίας του. Ας καταργηθεί ο ίδιος ο νόμος μια και καλή να τελειώνουμε. Θα πολεμούμε ανελέητα το μίσος και την ανοησία αλλά ειρηνικά και από άλλα μέτωπα.

Φυσικά, προσωπικά δεν έχω καμία αμφιβολία ότι όλα όσα ευθαρσώς έγραψε ο Αμβρόσιος ενάντια ανθρώπων με διαφορετικό σεξουαλικό και φυλετικό προσανατολισμό α) πράγματι τα έγραψε, β) απευθύνονταν σε αυτούς που απευθύνονταν και γ) είναι απολύτως απαράδεκτα λόγια μίσους, ρατσισμού και σκοταδισμού.

Πέραν από τα παραπάνω βρίσκω τρία θεμελιώδη προβλήματα:

Πρόβλημα 1: Ένας ιερέας, και μάλιστα μητροπολίτης, μιας θρησκείας που διδάσκει την αγάπη εκφέρει δημόσια τέτοιο λόγο και μάλιστα η Εκκλησία την οποία εκπροσωπεί δεν κουνάει ούτε δαχτυλάκι για να τον συνετίσει. Είσαι δεν είσαι χριστιανός, η αγάπη και η αλληλεγγύη που η θρησκεία αυτή διδάσκει, καλό θα ήταν να σε διαπερνούν.

Πρόβλημα 2: Η ελληνική κοινή γνώμη, από τη μια δείχνει κατά πλειοψηφία να εναντιώνεται στη ρητορική του μίσους του Αμβροσίου, πράγμα θετικό, από την άλλη όμως δείχνει απογοητευμένη που ο ηθικολογικός αντιρατσιστικός νόμος τελικά δεν εφαρμόστηκε, πράγμα που δείχνει ότι δεν είναι τόσο ώριμη σε παρόμοια ζητήματα. Πιστεύει στο χέρι του μπαμπούλα που θα τιμωρήσει και θα υποχρεώσει τον πολίτη σε καλή διαγωγή.

Πρόβλημα 3: Αυτή η ρημάδα η δικαιοσύνη που (το ανέφερα και στην αρχή) καλώς αθώωσε μεν τον Αμβρόσιο, αλλά ενώ τα δεδομένα δείχνουν ότι η περίπτωσή του έκανε μπαμ από χιλιόμετρα ότι ταιριάζει στον αντιρατσιστικό νόμο. Οξύμωρο, το ξέρω. Είτε, λοιπόν, ο δικαστής έπραξε πολιτικά (τη χάρισε στον Αμβρόσιο; δεν πιστεύει στο αντιρατσιστικό νόμο;) είτε είναι απλά ανόητος, ε, τελικά δεν εφάρμοσε το νόμο.

Όπως και να έχουν τα πράγματα, οι περιπτώσεις αυτές είναι ορόσημα για το δημόσιο διάλογο της χώρας και φέρνουν στο προσκήνιο ζητήματα, τα οποία έχουμε την ελπίδα να συζητηθούν και να αναλυθούν και, ίσως κάποτε, να βελτιωθούν.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
4 Φεβρουαρίου, 2018

Ναι, η Μακεδονία είναι ελληνική. Ελληνικότατη! Τόσο ελληνική όσο δεν παίρνει. Όμως υπάρχει δυστυχώς και ένα “αλλά”, το οποίο δε μπορούμε πλέον να αγνοούμε ή να του εναντιωνόμαστε στα τυφλά, όσα συλλαλητήρια κι αν κάνουμε κι όσες εκατοντάδες χιλιάδες κόσμου κι αν συμμετάσχουν σε αυτά.

Δε μπορούμε να αρνηθούμε απλά και πεισματικά ότι ο γεωγραφικός χώρος που αποκαλείται Μακεδονία τελειώνει ξαφνικά στα σύνορά μας. Ούτε ότι κάποιοι άνθρωποι πίσω από αυτά, ελλείψει άλλης εθνικής ταυτότητας και σε ανάγκη του όποιου -στρεβλού ίσως κατ ‘εμάς- αυτοπροσδιορισμού τους, και μέσα στο απίθανο αυτό καζάνι λαών που λέγεται Βαλκάνια, ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα αυτοαποκαλούνται Μακεδόνες. Ούτε ότι αργότερα ονομάζουν τη χώρα τους Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας και μετά απλώς Δημοκρατία της Μακεδονίας. Αυτά είναι ιστορικά, πολιτικά και γεωγραφικά δεδομένα! Πρέπει αναγκαστικά να κινούμαστε βάσει αυτών, γνωρίζοντάς τα κι αυτό δεν είναι μειοδοσία, είναι ρεαλισμός.

Στο θέμα, δε, του ονόματος υπάρχουν πολλές μάχες που έχουν πλέον κριθεί στο παγκόσμιο σκηνικό από το 1992 κι έπειτα. Το όνομα Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ) είναι κάτι που η χώρα μας έχει ήδη επισήμως αποδεχθεί σε πρόσφατες και όχι παλαιές διεθνείς συνθήκες. Η όποια θεωρητική επιμονή μας στην αφαίρεση του όρου Μακεδονία από το όνομα της γείτονος αποτελεί πλέον απλώς δείγμα άγνοιας και εσωστρέφειας, που οι διεθνείς σχέσεις δεν κατανοούν και δεν συγχωρούν.

Από την άλλη, κανείς δεν ισχυρίζεται ότι πρέπει να αποδεχθούμε τη στρέβλωση της ιστορίας και την προσβολή των εθνικών μας συμβόλων. Σε καμία περίπτωση! Όμως η μάχη για αυτά δεν κρίνεται εδώ, δεν κρίνεται στο όνομα, κρίνεται αλλού, στο χώρο της επιστήμης (η ιστορία, η γλώσσα, τα σύμβολα) στο χώρο των διεθνών σχέσεων (τα αδιαπραγμάτευτα σύνορα και άλλα εθνικά συμφέροντα) και βέβαια στο χώρο της οικονομίας (όπου η γείτων δεν είναι παρά ένα μικρό κλάσμα του μεγέθους της ελληνικής).

Φυσικά, ένα συλλαλητήριο αποτελεί δημοκρατικό δικαίωμα των πολιτών και τρόπο έκφρασης του συναισθήματός τους. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει Έλληνας που δεν αισθάνεται έστω κάποιου είδους ελάχιστο αρνητικό συναίσθημα στο άκουσμα ενός ονόματος όπως το ΠΓΔΜ. Πόσο μάλλον στην όποια σκέψη καπηλείας εθνικών, ιστορικών συμβόλων μας. Το λαϊκό συναίσθημα, ακόμη και το πιο αυθόρμητο και αδόμητο, πρέπει να εκφράζεται. Όσο έχει δικαίωμα ο πολίτης της γείτονος να αυτοπροσδιοριστεί με τον τρόπο που επιθυμεί, άλλο τόσο έχει δικαίωμα και ο πολίτης αυτής της χώρας να διαδηλώσει το δικό του συναίσθημα εντός και εκτός της χώρας του. Ως προς αυτό, το αίτημα “η Μακεδονία είναι ελληνική” είναι -όχι μόνο ιστορικά- ορθό αλλά είναι πάντα επίκαιρο και, ναι, ας ακούγεται.

Βέβαια, είναι ένα σύνθημα βαθιά συναισθηματικό, που δε μπορεί να καθορίζει στην κυριολεξία την εξωτερική μας πολιτική. Τη Μακεδονία θα τη διατηρήσουμε ελληνική, στο βαθμό που είναι ελληνική ιστορικά, συμβολικά και γλωσσικά. Αλλά θα πρέπει να αποδεχθούμε τη δεδομένη πολιτική γεωγραφία του σήμερα, τις τρέχουσες διεθνείς διαδικασίες, συνεχίζοντας να αγωνιζόμαστε για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα μέσω και εντός αυτών.

Ελπίζω σε 10 χρόνια να μην έχουμε ξεχάσει τα όσα συμβαίνουν σήμερα. Να μην τα ξεχάσουμε ούτε σε 100 χρόνια. Αλλά να έχουμε ξεπεράσει την εσωστρέφεια και την τάση για εθνική απομόνωση και να συνυπάρχουμε ειρηνικά με μια γειτονική χώρα που, από ότι φαίνεται θα έχει πράγματι τον όρο Μακεδονία στο όνομά της, αλλά η οποία θα είναι αδύνατον να μας επιβληθεί πολιτισμικά και οικονομικά ή να έχει τις όποιες άλλες αλυτρωτικές αξιώσεις απέναντί μας. Να είναι αδύνατον να μας επιβληθεί, γιατί θα είμαστε μια χώρα με οικονομία που αναπτύσσεται δυναμικά εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(Δεν ασχολούμαι καν με την πολιτική εργαλειοποίηση και εκμετάλλευση του συλλαλητηρίου ή τις όποιες γραφικότητες συμβαίνουν σε αυτό ή με την ανάδειξη ακροδεξιών πολιτικών τάσεων, ακραίων εθνικοφρόνων και δειγμάτων θρησκευτικού παρεμβατισμού με αφορμή αυτό. Αυτά είναι παραφυάδες.)

Ποια μπορεί να είναι η εθνική μας γραμμή; Μόνο μία: σεβασμός στις διεθνείς συνθήκες και μια κάποια κοινή, υπερκομματική, ψύχραιμη εθνική στρατηγική που να εξασφαλίζει πρώτα από όλα τα σύνορα της χώρας κι έπειτα με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα συμφέροντά της στον κόσμο, την Ευρώπη και την Ευρωπαϊκή Ένωση.

[Photo credit συλλαλητήριο στο Σύνταγμα, 1909, κίνημα στο Γουδί, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο]

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
3 Φεβρουαρίου, 2018

Το GDPR μπαίνει για τα καλά στη ζωή μας από το Μάιο του 2018. Μέσα στη ζωή μας ήταν δηλαδή όλα αυτά τα χρόνια, ως Ευρωπαϊκή νομοθεσία σε περίοδο προσαρμογής, αλλά τώρα η νομοθεσία αυστηροποιείται, συμπυκνώνεται και συνοδεύεται από αυστηρά πρόστιμα. Έχει, δε, άμεση ισχύ από τις 25/05/2018.

Θα αφορά κάθε -μα κάθε- εταιρεία ή επαγγελματία, που με οποιονδήποτε τρόπο διαχειρίζεται προσωπικά δεδομένα άλλων ατόμων. Προσωπικά δεδομένα είναι ονόματα, διευθύνσεις (φυσικές και ηλεκτρονικές), φωτογραφίες και γενικά οτιδήποτε μπορεί να αξιοποιηθεί για την ταυτοποίηση ενός προσώπου.

Σκοπός του GDPR (General Data Protection Regulation) είναι πάνω απ’ όλα η προστασία του ατόμου και των προσωπικών του δεδομένων, η ενεργή ευαισθητοποίηση της αγοράς γύρω από τα ζητήματα αυτά, η τακτοποίηση θεμάτων εξαγωγής προσωπικών δεδομένων εκτός ΕΕ αλλά και η εναρμόνιση όλων των χωρών της ΕΕ υπό αυτό το ενιαίο καθεστώς.

Για το GDPR θα μιλήσουμε πολύ τον επόμενο καιρό, όμως αυτή τη στιγμή θα ήθελα να σου διαλύσω μερικούς μύθους που ήδη έχουν αρχίσει να κυκλοφορούν με τρόπο αρκετά προκλητικό και υπερβολικό. Μύθοι που αφορούν το τι είναι, τι δεν είναι, το τι πρέπει να κάνουμε για αυτό, το πόσο θα κοστίσει.

ΜΥΘΟΣ 1: Ο DATA PROTECTION OFFICER (DPO)

Κυκλοφορεί εσχάτως ο όρος “Data Protection Officer” για να προσδιορίσει τον άνθρωπο εκείνο μέσα σε μια εταιρεία, ο οποίος θα είναι γενικά υπεύθυνος για το πώς η εταιρεία εφαρμόζει σωστά τον κανονισμό. Στην πραγματικότητα είναι ένας ρόλος και όχι μια θέση. Παρουσιάζεται ως θέση από αυτούς που πωλούν χαρτιά, πιστοποιήσεις και σεμινάρια για να σε κάνουν… DPO. Γενικά η αγορά δεν έχει κάποια γενικά αποδεκτή περιγραφή για τον όρο αυτό και, αν τον αναζητήσετε στο διαδίκτυο, δε θα βρείτε τίποτα αντίστοιχο του CEO, του CTO, του CIO, κοκ.

ΜΥΘΟΣ 2: Ο DPO ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ

Όχι δεν είναι υποχρεωτικό και δεν είναι υποχρεωτικό αυτός να είναι οργανικό μέλος της εταιρείας. Όμως, ναι, η εταιρεία οφείλει να έχει δηλωμένη πολιτική επεξεργασίας προσωπικών δεδομένων και ως προς αυτό ο νόμος είναι πράγματι αυστηρός.  Άλλο όμως το ένα και άλλο το άλλο. Εικάζω ότι μόνο οι πολύ μεγάλες εταιρείες και πολυεθνικές, ακριβώς λόγω του μεγέθους τους, θα θελήσουν να καλύψουν αυτό το ρόλο αυτό εσωτερικά. Οι υπόλοιπες είτε θα το κάνουν outsource είτε θα το καλύψουν με τα υπάρχοντα άτομά τους.

ΜΥΘΟΣ 3: Η ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗ

Εδώ τραβάμε τα μαλλιά μας. Κυκλοφορούν ήδη πιστοποιήσεις για τον παραπάνω ρόλο. Περιττό είναι να πούμε ότι οι  πιστοποιήσεις αυτές έχουν τόση αξία όση το χαρτί πάνω στο οποίο τυπώνονται. Δεν υπάρχει κανενός είδους επίσημη αναγνώριση για αυτές τις πιστοποιήσεις, εγχώρια ή Ευρωπαϊκή. Πρόκειται για μια αγορά που στήνεται γύρω από ένα κατά τα άλλα υπαρκτό ζήτημα αλλά με σκοπό την κερδοσκοπία.

ΜΥΘΟΣ 4: ΤΟ “ΣΥΣΤΗΜΑ” ΚΑΙ ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΟΥ

Το σύστημα! Κυκλοφορούν άρθρα από μεγάλα ειδησεογραφικά website και αναφέρουν πράγματα όπως ότι “Έως τις 25 Μαΐου, θα πρέπει όλες οι εταιρείες που διαχειρίζονται προσωπικά δεδομένα, να εντάξουν ένα ηλεκτρονικό σύστημα προστασίας των δεδομένων, όπως ισχύει σε άλλες χώρες της ΕΕ. Το νέο σύστημα κοστίζει 5.000-6.000€”. Σας διαβεβαιώ ότι ένα τέτοιο καθολικό σύστημα διαχείρισης και προστασίας προσωπικών δεδομένων πολύ απλά δεν υπάρχει. Και δεν είναι σχήμα λόγου αυτό. Δεν υπάρχει!

Αν θες να πάρεις έγκυρη πληροφορία για το GDPR μπορείς να διαβάζεις το Lawspot αλλά και τον επίσημο σχετικό ιστότοπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ακόμη, καλό θα είναι να διαβάζεις τις υπερβολές με λίγη καχυποψία.

Τελικά το GDPR είναι κάτι σημαντικό και είναι βέβαιο ότι θα μας απασχολήσει μέσα στο 2018. Κι αυτό είναι καλό. Θα πρέπει όμως να μας απασχολήσει επιτέλους στα σοβαρά και με σοβαρό τρόπο, χωρίς υπερβολές και ακρότητες. Τον επόμενο καιρό θα έχουμε να πούμε πολλά σχετικά, γι’ αυτό μείνετε συντονισμένοι.

[photo credit]

εκτύπωση Κατηγορίες: GDPR, απόψεις, διαδίκτυο, πολιτικά, τεχνολογία | rss 2.0 | trackback | 2 σχόλια
16 Νοεμβρίου, 2017

Μέρες που είναι, 17 Νοέμβρη, ζεσταμένοι από την πρόσφατη δημόσια συζήτηση για την προσωρινή άδεια αποφυλάκισης του Κουφοντίνα της πάλαι ποτέ 17Ν, για 7η χρονιά σε οικονομική ύφεση, ακόμη εντός μνημονίων και υπό την κυβέρνηση μιας “πρώτης φοράς αριστερά”, που μόλις φορτώθηκε και μια πολύνεκρη φυσική καταστροφή (Μάνδρα), είναι αναμενόμενο να αναζωπυρωθεί και η συζήτηση για τους νεκρούς του Πολυτεχνείου.

Υπήρξαν νεκροί στο Πολυτεχνείο; Η απάντησή μου είναι ότι δεν ξέρω από πρώτο χέρι, αλλά θα ανατρέξω σε αυτά που γράφονται. Είναι κάπως εντυπωσιακό το γεγονός ότι αυτά που γράφονται συμφωνούν μεταξύ τους. Οι διαφωνίες είτε είναι τόσο μικρές, που σε κάνει να απορείς γιατί το θέμα συζητιέται τόσο και με τόση εριστικότητα, είτε είναι τόσο φορτισμένες με πολιτικό πρόσημο που εύκολα τις φιλτράρεις.

Οι πηγές δείχνουν να συμφωνούν ότι α) μέσα στο Πολυτεχνείο κατά τη διάρκεια της κατάληψης ή την έφοδο των τανκς δεν υπήρξε κάποιος νεκρός β) η βίαιη είσοδος των τανκς συνέβη γ) υπάρχουν 24 διαπιστωμένοι νεκροί που προέκυψαν από την επέμβαση στρατού και αστυνομίας στη γύρω περιοχή του Πολυτεχνείου κατά τη διάρκεια των γεγονότων γ) αναφέρονται 16 αγνώστων στοιχείων νεκροί και ε) υπάρχουν 1103 διαπιστωμένοι τραυματίες.

Οι πηγές λοιπόν (Wikipedia με τις σχετικές παραπομπές, το πόρισμα βασιλόφρονος εισαγγελέα Τσεβά το 1974, τ0 Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, κλπ) συμφωνούν πάνω-κάτω στα παραπάνω νούμερα. Το ίδιο το καθεστώς στις 19/11/1973, δυο μέρες μετά, παραδέχεται έναν πρώτο αριθμό 11 νεκρών. Αυτός ο αριθμός δεν αποδεικνύει την αλήθεια των 24 νεκρών, αλλά αποτελεί σαφώς θετική ένδειξη. Από την άλλη, η απέναντι πλευρά δεν κάνει άλλους πιο υπερβολικούς ισχυρισμούς ισχυρισμούς για τους νεκρούς αυτούς, αν δει κανείς πχ τον αριθμό του προσκλητηρίου των νεκρών στη ιστοσελίδα του Ριζοσπάστη (88 νεκροί για όλη την περίοδο της χούντας).

Επομένως, εδώ έχουμε μια κατασκευασμένη διαφωνία με σκοπό προφανή και μικροπολιτικό. Οι νεκροί και οι τραυματίες υπάρχουν. Δεν προέκυψαν από την ίδια την είσοδο των τανκς αλλά η βίαιη είσοδος των τανκς είναι κάτι που συνέβη. Βέβαια, οι νεκροί και οι τραυματίες προέκυψαν από τα ευρύτερα γεγονότα στην περιοχή του Πολυτεχνείου και τις δυνάμεις που στάλθηκαν στην περιοχή. Πρακτικά δεν υπάρχει καν ιστορική διαφωνία σε αυτό το θέμα.

Η μόνη διαφωνία βρίσκεται στην προσπάθεια της αριστεράς να αναδείξει και να δραματοποιήσει επιπλέον το γεγονός, αναφερόμενη με το γενικό όρο “νεκροί του Πολυτεχνείου” και η προσπάθεια της δεξιάς να μειώσει το γεγονός επισημαίνοντας αυτή την υπερβολή της αριστεράς. Τι θα άλλαζε δηλαδή αν έστω και ένας φοιτητής είχε πράγματι πατηθεί από τα τανκς; Δεν είναι αρκετά νεκροί και θύματα της βίας οι άλλοι που έχασαν τη ζωή τους από κακοποίηση, σφαίρες ή τα δακρυγόνα τριγύρω από το Πολυτεχνείο; Θα έπρεπε να είναι είτε όλοι ήρωες και αγωνιστές (αριστερή υπερβολή) ή απλοί τυχαίοι περαστικοί (δεξιά υπερβολή);

Αν η ιστορική έρευνα μπορέσει να αποδώσει κάποια άλλα αποτελέσματα, διαφορετικά από αυτά που παραθέτω παραπάνω, ασφαλώς ας το κάνει, καθαρά και απαλλαγμένη από πολιτικές φορτίσεις. Εφόσον όμως κάποια πράγματα μοιάζουν να μην είναι πρακτικά αντικείμενο ουσιαστικής διαφωνίας, γιατί να μην επικρατήσει εντωμεταξύ η ψυχραιμότερη άποψη, ότι έγινε μια εξέγερση, ενάντια σε ένα ολοκληρωτικό καθεστώς και στα πλαίσια αυτής υπήρξαν τόσοι περίπου νεκροί και τραυματίες και τελοσπάντων να καταλήξουμε ότι σε κανέναν δεν αρέσουν οι χούντες, που είναι και το πιο σημαντικό και να τσακωθούμε για το τι είναι καλύτερο να κάνουμε σήμερα;

Γιατί πρέπει να επιμένουμε μονίμως στο διχασμό και όχι σε αυτά που μας ενώνουν;

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
11 Νοεμβρίου, 2017

Η υπέροχη ελληνική πραγματικότητα, που τόσες αφορμές για απογοήτευση αλλά και στιγμές ψυχικής ανάτασης μας έχει χαρίσει τα τελευταία χρόνια, μας έδωσε ακόμη μία, λιγάκι επική αυτή τη φορά, με τον “Κώστα” από το Δήμο Περιστερίου και το δημόσιο διαγωνισμό, που έφτασε να δημοσιευτεί στη Διαύγεια, έχοντας οι συντάκτες του ξεχάσει μέσα σχόλια ο ένας προς τον άλλον, τα οποία φανερώνουν ότι ο διαγωνισμός ήταν αυτό που λέμε “φωτογραφικός”.

Το internet και τα social media πήραν αμέσως φωτιά, κυρίως για να αστειευτούν με το θέμα, να το σατιρίσουν, να το κοροϊδέψουν. Άλλωστε πρόκειται για κοινό μυστικό. Όλοι ξέρουμε ότι οι διαγωνισμοί στήνονται, ότι οι γιατροί παίρνουν φακελάκια, κλπ. Δε μπορεί βέβαια να αρνηθεί κανείς ότι υπήρχε και μια εγγενής φαιδρότητα στην υπόθεση, με την ατάκα “Κώστα, τις έχουν οι προμηθευτές που θέλουμε;”. Ο Κώστας και αυτός που του μιλά θα πρέπει να εύχονται να ανοίξει η γη να τους καταπιεί. Ελπίζω, δηλαδή.

Βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αυτή η πρακτική “στησίματος” διαγωνισμών είναι τόσο κοινή και συνηθισμένη, που η αποκάλυψή της δε συνιστά καν νέο. Είναι κωμικοτραγικό αλλά δεν προκαλεί ιδιαίτερη εντύπωση. Εντύπωση προκαλεί μόνο ο τρόπος με τον οποίο έγινε η αποκάλυψη και το γεγονός ότι όλα πλέον βρίσκονται υπό το μεγεθυντικό φακό του internet και των social media.

Το στήσιμο όμως, δε χρησιμοποιείται μόνο για να δοθούν τα έργα στους “δικούς” μας ή, ακόμα πιο σωστά στους “συνεργάτες” μας. Μην ξεχνάμε ότι το στήσιμο συνοδεύεται συχνά και από μίζα και λάδωμα. Στις καλές δεκαετίες του ’90 και του ’00 οι εταιρείες που ζούσαν από δημόσια έργα περιλάμβαναν εξαρχής -υπογείως φυσικά- στο budget τους και την αμοιβή αυτού που συνεργαζόταν μαζί τους από την απέναντι πλευρά. Αυτό ήταν κοινό μυστικό και πάγια τακτική μιας διαστρεβλωμένης αγοράς, που οπωσδήποτε δεν εφευρέθηκε σήμερα και ούτε από την τρέχουσα κυβέρνηση.

Όμως υπάρχει και άλλη μια παράμετρος στη στρέβλωση, που την κάνει ακόμη πιο διεστραμμένη. Στις περιπτώσεις όπου κάποιο δημόσιο έργο ερχόταν σε δημόσιο διαγωνισμό με καθαρές και τίμιες προθέσεις, είχε να αντιμετωπίσει αυτήν ακριβώς την ίδια νοοτροπία και μια αγορά που είχε επί χρόνια στηθεί και προσαρμοστεί σε αυτές τις τακτικές. Έτσι, ο τίμιος δημόσιος λειτουργός, που ήθελε η δουλειά του πραγματικά να γίνει, ερχόταν στην περίεργη θέση να αναγκάζεται να κάνει πρώτα έρευνα αγοράς, πιθανώς να ζητήσει βοήθεια από την ίδια την αγορά για να συντάξει προδιαγραφές κι έπειτα, έχοντας καταλήξει σε προμηθευτή, να “στήσει” το διαγωνισμό έτσι ώστε να εξασφαλίσει ότι αυτός που έχει προ-επιλέξει θα τον κερδίσει κιόλας.

Αν το δει κανείς αυτό το τελευταίο με όρους ελεύθερης αγοράς, είναι και φυσικό. Ένας διευθυντής έχει κάθε δικαίωμα να επιλέξει με βάση την κρίση και την εμπειρία του όποιον προμηθευτή θεωρεί πιο ταιριαστό και φυσικά να πάρει πάνω του το βάρος της ευθύνης της επιλογής του. Αλλά στο δημόσιο τομέα ευθύνη δεν υπάρχει, αξιολόγηση δεν υπάρχει, υπάρχει μόνο η επιθυμία για “τέλειους” διαγωνισμούς, με πολλούς κανόνες και λίγα αποτελέσματα, που είναι ανέφικτο να διοργανωθούν και έτσι όλοι προσαρμόζονται τριγύρω τους αντιστοίχως.

Σε αυτό θα πρέπει να προσθέσουμε και την ελλιπή στελέχωση του ανθρώπινου δυναμικού του δημοσίου για την οποία δε φταίνε πάντα οι ίδιοι οι εργαζόμενοι σε αυτό. Δεν είναι δυνατόν πχ ένας δήμος ή μια υπηρεσία να έχει μέσα της ανθρώπους που να είναι ικανοί να συντάξουν αποτελεσματικές προδιαγραφές για πάσης φύση έργο, από την αποχέτευση και τα σκουπίδια μέχρι τον πολιτισμό και την πληροφορική. Όμως είναι αναγκασμένοι να το κάνουν, δίνοντας έτσι ακόμη περισσότερο χώρο στην τακτική της ρεμούλας και της μίζας. Από μια άποψη δηλαδή και πάλι το σύστημα προσαρμόζεται αυθόρμητα στις συνθήκες που κανείς του θέτει.

Ένα καλό, παράπλευρο συμπέρασμα που βγαίνει από αυτή την υπόθεση είναι ότι τα δημόσια και ανοικτά δεδομένα είναι μείζονος σημασίας για τη λειτουργία ενός σύγχρονου δημοκρατικού κράτους. (Λίγο ακόμα και θα καταφέρουμε να έχουμε και αξιολόγηση!) Το εν λόγω θέμα, για παράδειγμα, έγινε αντιληπτό ακριβώς επειδή κάθε δημόσιος διαγωνισμός αναρτάται υποχρεωτικά στο σύστημα της Διαύγειας, έτσι ώστε να είναι διαθέσιμος σε κάθε πολίτη, δημοσιογράφο, ερευνητή, κοκ.

Και τα δεδομένα του κράτους θα πρέπει Α) να είναι δημόσια, δηλαδή να διατίθενται ελεύθερα και δωρεάν και μάλιστα σε μέσο εύκολα προσβάσιμο από όλους, αυτό είναι το internet στις μέρες μας και Β) να είναι ανοικτά, δηλαδή άμεσα αξιοποιήσιμα, με δυνατότητες για ανάκτησή τους τεχνικά (APIs), χωρίς κρυπτογραφήσεις ή άλλα κρυπτικές μεθόδους που κάνουν την επεξεργασία τους δύσκολη.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, διαδίκτυο, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
18 Ιουλίου, 2017

Η υπόθεση της Ηριάννας, της κοπέλας που γνωρίζουμε χωρίς το επίθετό της και κατηγορείται για ανάμιξη στην υπόθεση της τρομοκρατικής οργάνωσης “Πυρήνες της φωτιάς”, καταδεικνύει ότι ζούμε μια δημοκρατία σε φαύλο κύκλο. Από τη μια πλευρά, όλα τα δεδομένα δείχνουν ότι κατά πάσα πιθανότητα οι υποστηρικτές της αθωότητάς της έχουν δίκιο. Η ετυμηγορία ανήκει οπωσδήποτε στη δικαιοσύνη, όμως κάθε αναφορά στην υπόθεση δείχνει να συμφωνεί και ακόμη και οι σκεπτικιστές δεν μοιάζουν να έχουν κάτι να αντιτάξουν ενάντιά της. Αν είναι πράγματι έτσι τα πράγματα, τότε μιλάμε για μια απίστευτη αδικία προς ένα συνάνθρωπό μας που αιτιολογημένα ξεσηκώνει την κοινή γνώμη.

Από την άλλη πλευρά, ο χειρισμός της υπόθεσης από τα ΜΜΕ και την κυβέρνηση, είναι τουλάχιστον απαράδεκτος. Παρατηρούμε μέλη της κυβέρνησης να δηλώνουν δημόσια και ευθαρσώς, χωρίς υπαινιγμούς, σε ένα παραλήρημα θεσμικής εκτροπής, την άποψή τους για το πώς θα έπρεπε να αποδοθεί η δικαιοσύνη! Βλέπουμε τον ίδιο τον υπουργό δικαιοσύνης αλλά και τον κυβερνητικό εκπρόσωπο να μη διστάζουν να εκφέρουν γνώμη για την κατά τη γνώμη τους σωστή έκβαση μιας δικαστικής υπόθεσης.

Ταυτόχρονα, τα αντιπολιτευτικά μέσα ενημέρωσης, όπως το ραδιόφωνο του ΣΚΑΙ, φωνάζουν δικαίως από το πρωί σχετικά με το πόσο καταλύεται η διάκριση των εξουσιών. Όμως την ίδια ώρα, η ιστοσελίδα του ΣΚΑΙ (τη στιγμή που γράφω αυτές τις λέξεις) σε ένα αντίστοιχο παραλήρημα μονόπλευρης ενημέρωσης διαθέτει συνολικά 6 άρθρα σχετικά με τις παραπάνω δηλώσεις των μελών της κυβέρνησης και κανένα για την ίδια την υπόθεση και την ουσία της. Εντωμεταξύ, σε εντελώς αντίθετο πνεύμα βρίσκονται μέσα όπως ή φίλα προσκείμενη στην κυβέρνηση ΑΥΓΗ.

Τρεις, λοιπόν, από τους βασικούς πυλώνες της δημοκρατίας (δικαιοσύνη, κεντρική εξουσία και ΜΜΕ) χειρίζονται μια υπόθεση με ένα τρόπο είτε κατά τα φαινόμενα άδικο, είτε ακραία μικροπολιτικό και συμφεροντολογικό. Φυσικά, αδυνατώ να βγάλει κανείς κάποιο βέβαιο πόρισμα για την αθωότητα της Ηριάννας. Διαβάζει σχετικά με την υπόθεση, κρίνει και σχηματίζει μια κάποια άποψη. Όμως αυτός ο φαύλος κύκλος δεν είναι καθόλου, μα καθόλου υγιής και, βέβαια, δεν ωφελεί καθόλου να αναζητήσουμε ποια πλευρά έχει το “περισσότερο” άδικο. Μόνος βέβαιος χαμένος είναι η δημοκρατία.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
31 Δεκεμβρίου, 2016

Αυτό δεν είναι ένα απαισιόδοξο post.

Η ρόδα στο Σύνταγμα δε γύρισε. Στήθηκε, ετοιμάστηκε, ο κόσμος περίμενε, αλλά η ρόδα δε γύρισε. Αδιάφορο το γιατί. Απλά δε γύρισε. Όμως ένα πράγμα επικράτησε. Η μαυρίλα στην ψυχή μας. Η απόλαυση να στεκόμαστε πάνω από το εθνικό μας πτώμα και να φτύνουμε αυτό που μισούμε. Το άθλιο κράτος μας, τους ανίκανους ανθρώπους του, εμάς τους ίδιους, όλους τους άλλους. Η ρόδα που δε γύρισε συμβόλισε την Ελλάδα της παρακμής και ικανοποίησε τα σαρκοβόρα ένστικτά μας για άλλη μια φορά.

Η ίδια παρακμή και απαισιοδοξία κυριαρχεί σε κάθε συζήτηση και κυρίως σε κάθε συζήτηση οικονομικής φύσεως. Ω, λέτε να μην τα ξέρουμε; Τα τέλη επιτηδεύματος, τη φορολογία των επιχειρήσεων, την έλλειψη κινήτρων για επιχειρηματικότητα; Την έλλειψη ρευστότητας στην αγορά, την ύφεση που φέρνει κι άλλη ύφεση; Σας πληροφορώ ότι όλοι τα ξέρουμε όλα και τα ζούμε καθημερινά. Και όποιος προσπαθεί να μονοπωλήσει το δικαίωμα στις δυσκολίες και στα προβλήματα, ε, απλά στρουθοκαμηλίζει. Μάντεψε, δικέ μου, δεν είσαι μόνος σου και ούτε τραβάς τα χειρότερα. Υπάρχουν κι άλλοι και υπάρχουν και χειρότερα.

Μήπως όμως τραφήκαμε αρκετά από αυτή τη μαυρίλα; Δεν κουραστήκαμε ακόμη να επιρρίπτουμε τις ευθύνες για όλα μας τα δεινά κάπου αλλού; Δεν είναι λιγάκι μονότονο να μην φταίμε σε τίποτα και να είμαστε μονίμως τα θύματα αυτού του “κακού” κράτους που, βέβαια, ανήκει σε μια “υπέροχη” πατρίδα, την οι κακοί ξένοι επιβουλεύονται; Η τωρινή εθνική μας μεμψιμοιρία και μοιρολατρία είναι ισοδύναμες με την απραγία και την αφασία των προηγούμενων 40 ετών. Φτάνει με τους μοιραίους του Βάρναλη.

Όμως όοοχι!

Στη μοιρολατρία σας θα αντιπαραβάλλω πάντα αισιοδοξία και προσπάθεια. Στην άγρια χαρά σας για καταστροφή θα προτάσσω πάντοτε όρεξη για δουλειά. Στην ικανοποίησή σας που όλα είναι πραγματικά τόσο χάλια όσο τα προβλέψατε -και πέσατε μέσα- θα θυμίζω τα λόγια του Ε. Βενιζέλου “ο προκείμενος άνδρας … έκανε πολλά σφάλματα αλλά ποτέ δεν του απέλειψε το θάρρος, ποτέ δεν υπήρξε μοιρολάτρης, διότι ποτέ δεν επερίμενεν από τη μοίρα να ιδή την χώραν του προηγμένην”.

Σε όσους βλέπουν καλές προοπτικές στο εξωτερικό θα λέω “ώρα καλή, σου εύχομαι τα καλύτερα, φύγε μια ώρα αρχύτερα”. Δε σε θέλω εδώ, δε θέλω τη γκρίνια σου, δε θέλω ακόμη μία υπενθύμιση για το πόσο χάλια είναι τα πράγματα εδώ, για το πόσο σκατά τα έκαναν οι γονείς μας, για το πόσο φταίει το ΠΑΣΟΚ. Φτάνει! Αρκετά στενοχωρηθήκαμε, αρκετά λυπηθήκαμε, αρκετά θρηνήσαμε.

Σε όλους μας αυτό το κράτος φέρεται ληστρικά και εχθρικά, μάλιστα κάποιοι από εμάς ακόμη επιμένουν να του αποδίδουν αυτά που τους ζητάει, γι’ αυτό, σας παρακαλώ, μη μου υπενθυμίζετε πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα, μπορεί για εμένα τα πράγματα να είναι πιο δύσκολα από εσάς. Δεν πρόκειται για διαγωνισμό κακοτυχίας. Κι αν δεν είμαι εγώ ο πιο κακότυχος από τους δυο μας, σίγουρα είναι κάποιος άλλος, πάντως όχι εσύ. Δεν είσαι τα πάντα εσύ, δεν περιστρέφονται τα πάντα γύρω από εσένα.

Αυτό που λέω είναι ότι “αρκετά με την απαισιοδοξία”, ας το αποδεχθούμε, τα πράγματα δε θα αλλάξουν από μόνα τους, το μόνο σίγουρο είναι ότι θα γίνουν χειρότερα από μόνα τους. Όσοι έχουν την παραμικρή ελπίδα για αυτή τη χώρα ή, έστω, την όρεξη για λίγη προσπάθεια ας συγκεντρωθούν και ας την καταβάλλουν. Οι υπόλοιποι αφήστε μας ήσυχους, σιωπήστε ή πηγαίνετε στη γη της επαγγελίας σας. Μείνετε και παλέψτε ή φύγετε και παλέψτε το αλλού. Είναι απλό και τίμιο.

Δεν έχω κάτι να χωρίσω μαζί σας, αντιθέτως, πιστεύω ότι μας ενώνουν πολλά. Μόνο αποφασίστε, θα μείνετε εδώ να παλέψουμε μαζί για κάτι; Αν όχι, τότε πραγματικά, ειλικρινά κι ολόψυχα σας εύχομαι να την “κάνετε” όσο πιο γρήγορα γίνεται, να κυνηγήσετε τα όνειρά σας και να με αφήσετε κι εμένα το δόλιο πατριώτη (πλην διεθνιστή) να επιδιώξω ό,τι όνειρα έχουν απομείνει εδώ.

Γλιτώστε με μόνο από από τη μαυρίλα.

Καλή Χρονιά!

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, πολιτικά, προσωπικά | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
5 Δεκεμβρίου, 2016

Μερικές δυσάρεστες παρατηρήσεις σχετικά με τη δημοσιοποίηση αυτή:

1. Ποτέ, ποτέ, μα ποτέ δε θα αισθανθώ υπερήφανος που δημοσιοποιούνται τα στοιχεία και οι φωτογραφίες ανθρώπων που είναι ακόμη “κατηγορούμενοι” για κάτι. Είναι τόσο απίθανο δα να αθωωθεί τελικά κάποιος από αυτούς; Κι ακόμη κι αν προσπεράσει κανείς αυτή μου την υπερ-ευαισθησία, ας αναλογιστεί το γεγονός ότι ανάμεσα στους κατηγορούμενους υπάρχουν και νέοι 20+ χρονών. Υποθέτω ότι έστω αυτοί έχουν το δικαίωμα στη μεταμέλεια, στο σωφρονισμό, δίχως τον παντοτινό δημόσιο εξευτελισμό.

2. Οι ευκολίες τύπου “αλβανική μαφία” και “οι μισοί από αυτούς μοιάζουν ναρκομανείς” είναι ρατσιστικές αν όχι ανόητες. Ο φερόμενος ως αρχηγός είναι πράγματι Αλβανός υπήκοος αλλά στη σπείρα των 145 συμμετέχουν 31 Αλβανοί, 13 Έλληνες, 50 Νιγηριανοί, πολλοί Βούλγαροι, διάφοροι άλλοι Αφρικανοί, κλπ. Οι δε ποσότητες ναρκωτικών που διακινούσαν ήταν πρακτικά σχεδόν μόνο χασίς, άραγε κάνοντας χρήση χασίς πήραν αυτή την “όψη ναρκομανούς”; (Βλέπε  και επόμενη παρατήρηση.)

3. Διακινούσαν σχεδόν αποκλειστικά χασίς. Στην κατοχή τους βρέθηκαν μόνο 100 γραμμάρια ηρωίνης και εκτιμάται ότι διακίνησαν στο παρελθόν άλλα 500 γραμμάρια ηρωίνης, ενώ οι ποσότητες κάνναβης μετρούνται σε τόνους και τα δενδρύλλια σε χιλιάδες! Αυτό δε μειώνει την αξία της εξάρθρωσης της σπείρας σε οικονομικό επίπεδο (εκτιμώμενα κέρδη 19 εκ. ευρώ), αλλά η εντύπωση ότι το εμπόριο σκληρών ναρκωτικών στην Αθήνα έχει δεχθεί πλήγμα είναι λιγάκι βιαστική. Πολύ θα ήθελα όμως να δω το ίδιο να συμβαίνει και με σπείρες που διακινούν πραγματικά σκληρά ναρκωτικά και όχι απλώς χασίς.

4. Γίνεται φανερό ότι η Ελληνική Αστυνομία θέλει να υπερθεματίσει το γεγονός. Της αξίζουν πολλά συγχαρητήρια οπωσδήποτε, δε χωράει αμφιβολία, μιας και φαίνεται για υπόθεση που έχουν κυνηγήσεις και οργανώσει εδώ και καιρό. Αλλά, αν πχ βρισκόμασταν σε χώρα όπου η κάνναβη είναι νόμιμη, και δεν εκφέρω άποψη αυτή τη στιγμή σχετικά με το θέμα, τότε αυτοί οι κατηγορούμενοι ως “έμποροι ναρκωτικών” θα ήταν απλώς κατηγορούμενοι για “λαθρεμπόριο”.

5. Ο ιστότοπος της Ελληνικής Αστυνομίας είναι εντελώς απαρχαιωμένος!

Ας είμαστε λιγάκι πιο συγκρατημένοι στις εκφράσεις του ενθουσιασμού μας, ας αναλύουμε τα νέα που μαθαίνουμε λίγο περισσότερο, ας έχουμε λίγη περισσότερη ευαισθησία και ας ευχηθούμε η αστυνομία στο μέλλον να εξαρθρώσει ακόμη περισσότερους και ακόμη μεγαλύτερους εγκληματίες γιατί αυτή η πόλη -η Αθήνα- το χρειάζεται πραγματικά.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
4 Δεκεμβρίου, 2016

Τελευταία φορά που τσέκαρα, η απάντηση ήταν “ναι”.

Γιατί, αν όχι, τότε μήπως δε μπορεί ένας παχύσαρκος να είναι καθηγητής γυμναστικής; Μπορεί ένας που τραυλίζει να είναι καθηγητής φιλολογικών μαθημάτων; Μπορεί, άραγε, ένας που ντύνεται άσχημα να είναι καθηγητής καλλιτεχνικών; Επιτρέπεται ένας νάνος να διδάσκει Βιολογία; Μπορεί, ακόμη, ένας μαύρος να είναι καθηγητής μαθηματικών; Μπορεί ένας Πακιστανός να είναι καθηγητής Φυσικής; Μπορεί ένας Νιγηριανός να διδάσκει Χημεία; Να διδάσκει ένας χριστιανός οικονομικά; Ένας μωαμεθανός πληροφορική; Ένας άθεος έκθεση;

Η απάντηση σε όλα τα παραπάνω είναι προφανώς “ναι”!

Ή μήπως δεν πρέπει, έτσι κι αλλιώς, ο κάθε παιδαγωγός, όπου παιδαγωγός υποθέτω εννοούμε εκπαιδευτικός διορισμένος από την πολιτεία ως δάσκαλος ή καθηγητής, να αφήνει στο σπίτι του τα ιδιαίτερα στοιχεία της προσωπικότητάς του, τις αδυναμίες του και τα πάθη του; Μήπως είναι λίγοι αυτοί οι εκπαιδευτικοί, που και τώρα νόμιμα ασκούν το επάγγελμά τους ενώ καλύπτουν, όχι πάντα με επιτυχία, τα πάθη τους κάτω από τα “φυσιολογικά” παντελόνια και φούστες τους;

Από την άλλη, την ίδια εποχή, επιτρέπεται μια χαρά κάποιος να είναι “νευροχειρουργός – βελονιστής”.

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, δε βαριέσαι | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια
19 Σεπτεμβρίου, 2016

Παρατηρώ τους ανθρώπους γύρω μου και, χωρίς να αρνούμαι ότι ίσως κι εγώ να είμαι θύμα των ίδιων αδυναμιών μερικές φορές χωρίς να το συνειδητοποιώ, διαπιστώνω έντονα δύο χαρακτηριστικά που εντοπίζω με ανησυχητικά μεγάλη συχνότητα. Συχνότητα που δεν ταιριάζει στο επίπεδο του πολιτισμού, της επιστήμης και της τεχνολογίας που θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχουμε αγγίξει ως κοινωνίες του περίφημου 20ου αιώνα που πριν λίγα χρόνια ολοκληρώσαμε. Τα δύο χαρακτηριστικά αυτά είναι η ευπιστία και η ευελπισία.

(Το ξέρω ότι στην ελληνική γλώσσα η λέξη “ευελπισία” θα μπορούσε να τεχνικά να υπάρχει ως σύνθετη του “ευ” και της “ελπίδας”, αλλά στην πραγματικότητα δεν υπάρχει γιατί δεν έχει χρησιμοποιηθεί σχεδόν ποτέ. Όμως θα τη χρησιμοποιήσω καταχρηστικά, όπως έχει φαίνεται κάνει και ο Βιζυηνός πολύ πριν από μένα.

Αντιλαμβάνομαι τα δύο αυτά χαρακτηριστικά ως εξής (και αυτό επουδενί δεν είναι ορισμός, απλά τα μεταφέρω στο πλαίσιο της σκέψης μου): η ευπιστία είναι εκείνη η ιδιότητα του χαρακτήρα που κάνει έναν άνθρωπο να πείθεται εύκολα για κάτι για το οποίο δεν έχει χειροπιαστές αποδείξεις, ενώ η ευελπισία είναι εκείνη η ιδιότητα του χαρακτήρα που κάνει έναν άνθρωπο να ελπίζει σε κάτι καλό χωρίς να έχει χειροπιαστές αποδείξεις.

Προσοχή, η ευελπισία -στο μυαλό μου, εκεί δηλαδή όπου υφίσταται- δεν ταυτίζεται με την αισιοδοξία. Η αισιοδοξία είναι κι αυτή ένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό, όπου αυτός που το διαθέτει μπορεί να ελπίζει σε κάτι καλύτερο ενστικτωδώς, από τη φύση του, ακόμη κι αν γνωρίζει ότι αυτό το καλύτερο μάλλον δε θα έρθει. Το κάνει αυτό, όχι από αφέλεια, αν και μπορεί και η αφέλεια να βοηθά σε αυτό καμιά φορά (μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι) αλλά επειδή διαθέτει μια έμφυτη ενέργεια που του επιτρέπει να επιλέγει να βλέπει τη θετική πτυχή των πραγμάτων, όχι επειδή αυτά είναι καθαυτά θετικά, αλλά επειδή ο ίδιος θα πράξει το θετικότερο δυνατό μέσα στην όποια κατάσταση βρεθεί να αντιμετωπίσει. Η αισιοδοξία είναι λιγάκι στάση ζωής, ενώ η ευελπισία είναι χαρακτηριστικό σαν την ευπιστία. Συμπαθάτε με για το word game, δεν είναι αυτή η πρόθεσή μου, απλώς προσπαθώ να θέσω τη βάση μιας σκέψης.

Η ευπιστία συνήθως χρησιμοποιείται με αρνητική χροιά για να περιγράψει κάποιον που εύκολα πέφτει θύμα κάποιας εξαπάτησης, επειδή ακριβώς πείθεται εύκολα. Η ευελπισία αποδίδει την ελπίδα για βελτίωση, για κάτι καλύτερο. Κι ενώ η ευπιστία μπορεί να είναι τόσο φυσικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό όσο και αποτέλεσμα ελλιπούς μόρφωσης και ενημέρωσης του ατόμου, η ευελπισία είναι νομίζω κάτι άλλο: είναι ανθρώπινη ανάγκη!

Αυτή η τελευταία παρατήρηση έχει ιδιαίτερη αξία. Ο άνθρωπος δεν ελπίζει από παραξενιά ή από ανοησία αλλά ελπίζει από ανάγκη. Έχει ανάγκη να γραπωθεί από κάποιες σταθερές για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια του και να διάγει το βίο του. Είτε είναι επιστήμονας που βασίζεται στις αλήθειες της επιστήμης του, είτε είναι ένας απλός άνθρωπος που ανάβει κερί στην εκκλησία προσευχόμενος σε ένα ανώτερο ον, και στις δύο αυτές περιπτώσεις ο άνθρωπος βρίσκει (ή εφευρίσκει) κάποια σταθερά σημεία, σαν μοχλούς ή τροχαλίες, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει την καθημερινότητά του. Φυσικά, αυτή η ανάγκη δεν υπάρχει στην ίδια ένταση μέσα στον καθένα.

Όταν όμως αυτά τα δύο χαρακτηριστικά συνυπάρχουν το αποτέλεσμα μπορεί να είναι πολύ οδυνηρό για τον άνθρωπο. Όταν δηλαδή κάποιος είναι εύπιστος και διαθέτει και έντονη ευελπισία, αυτός ο άνθρωπος είναι ο καλύτερος στόχος των επίδοξων εξαπατητών. Γιατί όχι μόνο μόνο πείθεται εύκολα αλλά έχει και ανάγκη για να πειστεί. Θέλει να πειστεί. Δε θέλει να αμφισβητήσει, δε θέλει να αμφιβάλλει και να κάνει δύσκολους υπολογισμούς και να κρίνει. Θέλει απλά να ελπίσει. Αν η ελπίδα του ευοδωθεί έχει καλώς. Αν πάλι όχι, έχει κάποιον άλλο να κατηγορήσει για το γεγονός ότι τον εξαπάτησε.

Το συνδυασμό αυτών των δύο χαρακτηριστικών τον βλέπω τριγύρω μου ιδιαίτερα τακτικά. Ανησυχητικά τακτικά, για να είμαι ειλικρινής. Μερικά απλά παραδείγματα είναι η θρησκεία, η πολιτική, η υγεία. Μπείτε στο μυαλό του ανθρώπου που έχει αυτά τα χαρακτηριστικά και κοιτάξτε: Ένας εύπιστος άνθρωπος, με έντονη την ανάγκη να δει κάτι καλύτερο να συμβαίνει, που είναι προετοιμασμένος να πιστέψει σε θεούς, δαίμονες, κληρονομικά χαρίσματα, σε πολιτικούς και τοπικούς άρχοντες που υπόσχονται λαγούς με πετραχήλια, σε ξεματιάσματα, θαυματουργές μεθόδους θεραπείας, κοκ.

Μέσα στο μυαλό αυτού του ανθρώπου η πίστη σε αυτό που τον εξαπατά είναι μια αχτίδα φωτός. Είναι μια ελπίδα την οποία έχει τεράστια ανάγκη και, ελλείψει πνεύματος αμφισβήτησης, κριτικής ικανότητας και σε συνδυασμό με ένα λιγάκι βραχύ μνημονικό που δε μετατρέπει την εμπειρία σε γνώση, είναι μια ελπίδα στην οποία θέλει τόσο πολύ να στηριχτεί. Θέλει τόσο πολύ να πιστέψει σε αυτήν. Είναι το Μωλντεριανό σύμπλεγμα (τα πνευματικά δικαιώματα του όρου μου ανήκουν ολοκληρωτικά). Σαν το Μώλντερ, των X-Files, θέλει να πιστέψει!

Αυτός ο άνθρωπος βρίσκεται γύρω μας νομίζω σε συντριπτική πλειοψηφία. Στελεχώνει εταιρείες, εφορείες, τράπεζες, ταχυδρομεία, σχολεία, νοσοκομεία. Ψηφίζει, παίρνει αποφάσεις. Ίσως κι εγώ είμαι ένας τέτοιος. Δεν υπάρχει τρόπος να το διαπιστώσω. Αυτός είναι ο μέσος άνθρωπος, ο μέσος Έλληνας, ένας Μώλντερ.

Του-ρούτου-του-τουτούουου 🎶🎵

εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, δε βαριέσαι | rss 2.0 | trackback | καθόλου σχόλια