Παρατηρώ τους ανθρώπους γύρω μου και, χωρίς να αρνούμαι ότι ίσως κι εγώ να είμαι θύμα των ίδιων αδυναμιών μερικές φορές χωρίς να το συνειδητοποιώ, διαπιστώνω έντονα δύο χαρακτηριστικά που εντοπίζω με ανησυχητικά μεγάλη συχνότητα. Συχνότητα που δεν ταιριάζει στο επίπεδο του πολιτισμού, της επιστήμης και της τεχνολογίας που θέλουμε να πιστεύουμε ότι έχουμε αγγίξει ως κοινωνίες του περίφημου 20ου αιώνα που πριν λίγα χρόνια ολοκληρώσαμε. Τα δύο χαρακτηριστικά αυτά είναι η ευπιστία και η ευελπισία.
(Το ξέρω ότι στην ελληνική γλώσσα η λέξη “ευελπισία” θα μπορούσε να τεχνικά να υπάρχει ως σύνθετη του “ευ” και της “ελπίδας”, αλλά στην πραγματικότητα δεν υπάρχει γιατί δεν έχει χρησιμοποιηθεί σχεδόν ποτέ. Όμως θα τη χρησιμοποιήσω καταχρηστικά, όπως έχει φαίνεται κάνει και ο Βιζυηνός πολύ πριν από μένα.
Αντιλαμβάνομαι τα δύο αυτά χαρακτηριστικά ως εξής (και αυτό επουδενί δεν είναι ορισμός, απλά τα μεταφέρω στο πλαίσιο της σκέψης μου): η ευπιστία είναι εκείνη η ιδιότητα του χαρακτήρα που κάνει έναν άνθρωπο να πείθεται εύκολα για κάτι για το οποίο δεν έχει χειροπιαστές αποδείξεις, ενώ η ευελπισία είναι εκείνη η ιδιότητα του χαρακτήρα που κάνει έναν άνθρωπο να ελπίζει σε κάτι καλό χωρίς να έχει χειροπιαστές αποδείξεις.
Προσοχή, η ευελπισία -στο μυαλό μου, εκεί δηλαδή όπου υφίσταται- δεν ταυτίζεται με την αισιοδοξία. Η αισιοδοξία είναι κι αυτή ένα ανθρώπινο χαρακτηριστικό, όπου αυτός που το διαθέτει μπορεί να ελπίζει σε κάτι καλύτερο ενστικτωδώς, από τη φύση του, ακόμη κι αν γνωρίζει ότι αυτό το καλύτερο μάλλον δε θα έρθει. Το κάνει αυτό, όχι από αφέλεια, αν και μπορεί και η αφέλεια να βοηθά σε αυτό καμιά φορά (μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι) αλλά επειδή διαθέτει μια έμφυτη ενέργεια που του επιτρέπει να επιλέγει να βλέπει τη θετική πτυχή των πραγμάτων, όχι επειδή αυτά είναι καθαυτά θετικά, αλλά επειδή ο ίδιος θα πράξει το θετικότερο δυνατό μέσα στην όποια κατάσταση βρεθεί να αντιμετωπίσει. Η αισιοδοξία είναι λιγάκι στάση ζωής, ενώ η ευελπισία είναι χαρακτηριστικό σαν την ευπιστία. Συμπαθάτε με για το word game, δεν είναι αυτή η πρόθεσή μου, απλώς προσπαθώ να θέσω τη βάση μιας σκέψης.
Η ευπιστία συνήθως χρησιμοποιείται με αρνητική χροιά για να περιγράψει κάποιον που εύκολα πέφτει θύμα κάποιας εξαπάτησης, επειδή ακριβώς πείθεται εύκολα. Η ευελπισία αποδίδει την ελπίδα για βελτίωση, για κάτι καλύτερο. Κι ενώ η ευπιστία μπορεί να είναι τόσο φυσικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό όσο και αποτέλεσμα ελλιπούς μόρφωσης και ενημέρωσης του ατόμου, η ευελπισία είναι νομίζω κάτι άλλο: είναι ανθρώπινη ανάγκη!
Αυτή η τελευταία παρατήρηση έχει ιδιαίτερη αξία. Ο άνθρωπος δεν ελπίζει από παραξενιά ή από ανοησία αλλά ελπίζει από ανάγκη. Έχει ανάγκη να γραπωθεί από κάποιες σταθερές για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια του και να διάγει το βίο του. Είτε είναι επιστήμονας που βασίζεται στις αλήθειες της επιστήμης του, είτε είναι ένας απλός άνθρωπος που ανάβει κερί στην εκκλησία προσευχόμενος σε ένα ανώτερο ον, και στις δύο αυτές περιπτώσεις ο άνθρωπος βρίσκει (ή εφευρίσκει) κάποια σταθερά σημεία, σαν μοχλούς ή τροχαλίες, για να μπορέσει να αντιμετωπίσει την καθημερινότητά του. Φυσικά, αυτή η ανάγκη δεν υπάρχει στην ίδια ένταση μέσα στον καθένα.
Όταν όμως αυτά τα δύο χαρακτηριστικά συνυπάρχουν το αποτέλεσμα μπορεί να είναι πολύ οδυνηρό για τον άνθρωπο. Όταν δηλαδή κάποιος είναι εύπιστος και διαθέτει και έντονη ευελπισία, αυτός ο άνθρωπος είναι ο καλύτερος στόχος των επίδοξων εξαπατητών. Γιατί όχι μόνο μόνο πείθεται εύκολα αλλά έχει και ανάγκη για να πειστεί. Θέλει να πειστεί. Δε θέλει να αμφισβητήσει, δε θέλει να αμφιβάλλει και να κάνει δύσκολους υπολογισμούς και να κρίνει. Θέλει απλά να ελπίσει. Αν η ελπίδα του ευοδωθεί έχει καλώς. Αν πάλι όχι, έχει κάποιον άλλο να κατηγορήσει για το γεγονός ότι τον εξαπάτησε.
Το συνδυασμό αυτών των δύο χαρακτηριστικών τον βλέπω τριγύρω μου ιδιαίτερα τακτικά. Ανησυχητικά τακτικά, για να είμαι ειλικρινής. Μερικά απλά παραδείγματα είναι η θρησκεία, η πολιτική, η υγεία. Μπείτε στο μυαλό του ανθρώπου που έχει αυτά τα χαρακτηριστικά και κοιτάξτε: Ένας εύπιστος άνθρωπος, με έντονη την ανάγκη να δει κάτι καλύτερο να συμβαίνει, που είναι προετοιμασμένος να πιστέψει σε θεούς, δαίμονες, κληρονομικά χαρίσματα, σε πολιτικούς και τοπικούς άρχοντες που υπόσχονται λαγούς με πετραχήλια, σε ξεματιάσματα, θαυματουργές μεθόδους θεραπείας, κοκ.
Μέσα στο μυαλό αυτού του ανθρώπου η πίστη σε αυτό που τον εξαπατά είναι μια αχτίδα φωτός. Είναι μια ελπίδα την οποία έχει τεράστια ανάγκη και, ελλείψει πνεύματος αμφισβήτησης, κριτικής ικανότητας και σε συνδυασμό με ένα λιγάκι βραχύ μνημονικό που δε μετατρέπει την εμπειρία σε γνώση, είναι μια ελπίδα στην οποία θέλει τόσο πολύ να στηριχτεί. Θέλει τόσο πολύ να πιστέψει σε αυτήν. Είναι το Μωλντεριανό σύμπλεγμα (τα πνευματικά δικαιώματα του όρου μου ανήκουν ολοκληρωτικά). Σαν το Μώλντερ, των X-Files, θέλει να πιστέψει!
Αυτός ο άνθρωπος βρίσκεται γύρω μας νομίζω σε συντριπτική πλειοψηφία. Στελεχώνει εταιρείες, εφορείες, τράπεζες, ταχυδρομεία, σχολεία, νοσοκομεία. Ψηφίζει, παίρνει αποφάσεις. Ίσως κι εγώ είμαι ένας τέτοιος. Δεν υπάρχει τρόπος να το διαπιστώσω. Αυτός είναι ο μέσος άνθρωπος, ο μέσος Έλληνας, ένας Μώλντερ.
Του-ρούτου-του-τουτούουου 🎶🎵
εκτύπωση Κατηγορίες: απόψεις, δε βαριέσαι | rss 2.0 | trackback